ΑΕΛ: Μια πόλη, ένα γκολ, ένα πρωτάθλημα

Τριάντα χρόνια μετά την Πρωτομαγιά του 1988, η Λάρισα θυμάται την ημέρα που η ΑΕΛ κατέκτησε το πρωτάθλημα Ελλάδας.

Λάρισα
Το «ή τώρα ή ποτέ» έγινε «για πάντα».

Λάρισα, Πρωτομαγιά του 1988.

Ο Θοδωρής Βουτυρίτσας, ο Χρήστος Μιχαήλ, ο Κώστας Κολομητρούσης, ο Γιάννης Γκαλίτσιος κι ο Γιάννης Αλεξούλης ήταν στον αγωνιστικό χώρο, με τη φανέλα της ΑΕΛ. Ο Λάζαρος Κυριλλίδης ήταν αναπληρωματικός, ζούσε την αγωνία στον πάγκο, δίπλα σ’έναν προπονητή “παγωμένο”. Ο Γιώργος Καντώνιας ήταν στα επίσημα του Αλκαζάρ. Ανηψιός του προέδρου, μέλος της διοίκησης της ΑΕΛ στα 24 του, με τον θείο του να είναι στην Αμερική με πρόβλημα στην καρδιά. Ο Γιώργος Νικολακούλης και ο Χρήστος Μάτσιας, σήμερα εκπαιδευτικοί, ήταν τότε απλοί φίλαθλοι στις κερκίδες, ο ένας στην Θύρα 1 κι ο άλλος στη Θύρα 3. Ο Ινδιάνος ήταν μέσα στο γήπεδο, στο ταρτάν.

Πήγαν στο Αλκαζάρ για να ζήσουν το απόλυτο “ή τώρα ή ποτέ”. Με το γκολ του Γιώργου Μητσιμπόνα το τώρα έγινε “για πάντα”. Τριάντα χρόνια μετά, βρίσκονται ακόμα εκεί, στη Λάρισα. Πρωταγωνιστές και μάρτυρες της πιο σπάνιας ιστορίας του ελληνικού ποδοσφαίρου, αιώνια δεμένοι με τον τόπο. Το Sport24.gr πήγε στην πόλη τους, τους συνάντησε στα ίδια καφέ, μπήκε στα ίδια αποδυτήρια και συζήτησε στα γραφεία κάτω απ’τις ίδιες κερκίδες.

Αυτή είναι η ιστορία της ημέρας που η ΑΕΛ έγινε πρωταθλήτρια Ελλάδας 1987-88.
Βράδυ
«Στην τουαλέτα καπνίζαμε, έμπαινε ο Γιάτσεκ και μύριζε»

Αλεξούλης: Το ξενοδοχείο πως λεγόταν, Άνοιξη;

Μιχαήλ: Φοίνικας. Λίγο πιο έξω απ’ τη Λάρισα, εκεί που είναι το Imperial. Στα δωμάτια ήμασταν δίδυμα και τρίδυμα. Σαν οικογένεια ήμασταν. Εγώ ήμουν με τον Καραπιάλη. Γκαλίτσιος και Αλεξούλης με τον Μήτσι. Δεν υπήρχαν κινητά τότε, τα βράδια ήταν ήσυχα. Άντε κάνα μπουγέλο. Στις 11 ήμασταν στα κρεβάτια.

Αλεξούλης: Εκείνο το βράδυ υπήρχε ένα ρεύμα πως ο Γκμοχ θα φύγει. Και υπήρχε μια ανασφάλεια, αφού το παιχνίδι με τον Ηρακλή ήταν το πιο καθοριστικό. Οπότε υπήρχαν νεύρα, ανησυχία. Δεν μας είχε πει κάτι, αλλά όλα έδειχναν πως φεύγει.

Κυριλλίδης: Είχε τελειώσει ο Γκμοχ. Η διοίκηση συζητούσε με τους παίκτες για να γίνει η ενδεκάδα. Να παίξουμε οι γνωστοί. Ο Γκμοχ ήταν κρύος απέναντι στην ομάδα, είχε πάρει τις αποφάσεις του. Δεν είχε ανακοινωθεί σε εμάς, ούτε στον κόσμο. Αλλά εμείς όλη τη μέρα στο ξενοδοχείο, το καταλάβαμε το κλίμα.

Μιχαήλ: Εγώ δεν θυμάμαι το κλίμα που λένε τα παιδιά. Και δεν θυμάμαι να με επηρέασε καθόλου. Ίσως να μην είχα ασχοληθεί με τις διαρροές.

Καντώνιας: Το τελευταίο 24ωρο πριν το ματς με τον Ηρακλή υπήρχε πολύ μεγάλη αγωνία, γιατί υπήρχε κι αυτό το παρασκήνιο. Δεν είχαμε φόβο μη στήσει το ματς ο Γκμοχ για να χάσουμε. Επειδή και ο ίδιος σαν άνθρωπος είναι αρκετά φιλόδοξος, ήθελε να πάρει κι αυτός το πρωτάθλημα. Αλλά αυτό που φοβόμασταν ήταν το πώς θα λειτουργήσει. Άλλο να είσαι εδώ 100%, κι άλλο ξαφνικά να ξέρεις ότι και οι άλλοι έχουν μάθει ότι φεύγεις.

Απ’τα αριστερά προς τα δεξιά: Λάζαρος Κυριλλίδης, Θοδωρής Βουτυρίτσας, Χρήστος Μιχαήλ, Γιάννης Γκαλίτσιος, Γιάννης Αλεξούλης. Δεν διακρίνεται ο Κώστας Κολομητρούσης.

Κολομητρούσης: Ναι, εννοείται, καπνίζαμε.

Μιχαήλ: Και στο δωμάτιο. Οι μερακλήδες καπνίζαμε.

Κολομητρούσης: Κάπνιζαν: ένας ο συγχωρεμένος ο Μητσιμπόνας, ένας ο Γκαλίτσιος, ένας ο Μιχαήλ, ένας ο Καραπιάλης, ένας ο Βαλαώρας.

Βουτυρίτσας: Δηλαδή εσύ δεν κάπνιζες;

Κολομητρούσης: Μετά το ξεκίνησα εγώ.

Γκαλίτσιος: Στην τουαλέτα καπνίζαμε, έμπαινε ο Γιάτσεκ και μύριζε.

Μιχαήλ: Ο Γιάτσεκ μας κυνηγούσε. Στην προετοιμασία ερχόταν ένας φίλαθλος στα Τρία Πέντε Πηγάδια, δήθεν να μας φέρει σταφύλια. Και κάτω απ’ τα σταφύλια είχε κούτες Μάρλμπορο.

Γκαλίτσιος: Εγώ πάντως κοιμήθηκα σαν πουλάκι πριν το ματς.

Αλεξούλης: Εγώ όχι. Μεγάλη υπερένταση. Εκείνη την εποχή ζούσαμε με έναν καφέ και ένα σάντουιτς Δεν κατέβαινε τίποτα.

Κολομητρούσης: Για να έχεις άγχος, πρέπει να είναι κάτι δικό σου. Εμείς είχαμε άγνοια κινδύνου. Δεν σκεφτόμασταν τίποτα.

Αλεξούλης: Είχαμε μεγάλη αυτοπεποίθηση.

Γκαλίτσιος: Ήταν μεγάλη ευκαιρία.

Μιχαήλ: Και μην ξεχνάμε ότι είχαμε κι άλλο σκύλο στον πάγκο. Είχαμε τον Οράσιο, τον βοηθό του Γκμοχ. Σκύλος, σε εγρήγορση.

Κολομητρούσης: Το μεγαλύτερο ατού ήταν ο κόσμος. 16.000 κόσμος, κάθε Κυριακή.

Ινδιάνος: Το βράδυ πριν το ματς, επειδή είχε πέσει σήμα από την αστυνομία και είχαμε πρόβλημα με τα βεγγαλικά, είχαμε τραβηχτεί στον Αλμυρό, στο Βόλο, από το απόγευμα. Πήραμε τα βεγγαλικά, πήγαμε στο γήπεδο, πηδήξαμε και τα βάλαμε στους υπονόμους, μέσα στις τάφρους.

Γιώργος: Στην παρέα μου είχαμε γάμο εκείνο το βράδυ. Δεν ήμασταν και πολύ καλά την άλλη μέρα, ήμασταν κατευθείαν απ’ το γάμο.

Πρωί
«Ο Βασιλάκης ο Καραπιάλης έπαιζε μόνο με καφέ»

Αλεξούλης: Το βράδυ πριν τον αγώνα τρώγαμε στις 8.30-9.00. Την επόμενη τρώγαμε τέσσερις ώρες πριν τον αγώνα. Άλλοι δεν τρώγανε, ανάλογα. Ο Μητσιμπόνας μόνο λίγο ψωμί.

Γκαλίτσιος: Εγώ δεν μπορούσα να φάω.

Μιχαήλ: Ο Βασιλάκης ο Καραπιάλης έπαιζε μόνο με καφέ, τίποτα άλλο. Μάρλμπορο και φραπέ.

Βουτυρίτσας: Εκείνη την εποχή, το ποδόσφαιρο ήταν ακόμα σχεδόν ερασιτεχνικό. Στα χαρτιά ήταν επαγγελματικό. Ούτε διαιτολόγους είχαμε, ούτε ανθρώπους να μας κάνουν αποκατάσταση. Ακόμα και η διοίκηση ήταν άπειρη. Δεν ήταν επαγγελματίες άνθρωποι του ποδοσφαίρου. Ήταν βέβαια καλοί επιχειρηματίες. Ο Στέλιος ήθελε να συνεχίσει το όραμα του Αντώνη. Ο Αντώνης ήταν οραματιστής. Έδιωξε τους λεγεωνάριους και μείνανε οι Λαρισαίοι κατά κανόνα.

Καντώνιας: Ο πατέρας μου που ήταν οραματιστής αυτού του κόνσεπτ. Το όραμα έλεγε ότι για να προχωρήσει η ομάδα πρέπει να λειτουργήσει με παίκτες γηγενείς, Θεσσαλούς. Τα χρόνια της δεκαετίας του ‘70 που η ΑΕΛ ανεβοκατέβηκε δύο φορές, είχε μεγάλους σε ηλικία παίκτες, βετεράνους. Όταν προσπαθήσαμε με αυτό το μοντέλο, βλέπαμε ότι με τις μεγάλες ομάδες υπήρχαν περίεργα αποτελέσματα.

Ο Γιώργος Καντώνιας, ανηψιός του προέδρου της ΑΕΛ το 1998, Στέλιου Καντώνια, και γιος του Αντώνη.

Κάθε φορά που έχανε η ΑΕΛ, στο σπίτι είχαμε κηδεία, τον κλαίγαμε κανονικότατα. Το ‘78 που χάνουμε από τον Ολυμπιακό, γυρνάει στο σπίτι, γύρω στις 2.30 τη νύχτα και τους φωνάζει όλους, όλο το διοικητικό συμβούλιο, τον προπονητή και τους λέει, “τέρμα, χτίζουμε μια ομάδα που θα γίνει με νέα παιδιά, ντόπια, θα βασιστούμε πάνω τους και θα πάρουμε πρωτάθλημα και ευρωπαϊκούς τίτλους”.

Κάποιοι εκεί στην ομήγυρη γελούσαν. Από εκεί και μετά άρχισε να χτίζεται αυτό το όραμα. Δυστυχώς, μετά από 1,5 χρόνο χτυπήθηκε από τον καρκίνο κι έφυγε μέσα σε έξι μήνες, στα 42. Είχε μια απίστευτη πορεία, από τα 30 μέχρι τα 40, έκανε τόσα πολλά, τόσο στην ΑΕΛ, όσο και στην εταιρία… Μετά πήγε η σκυτάλη στον θείο μου τον Στέλιο, που ακολούθησε και δεν παρέκκλινε του προγράμματος.

Βουτυρίτσας: Ξυπνούσαμε 7.30-8.00. Είχαμε μεγάλο άγχος να βρούμε εισιτήριο σε δικούς μας ανθρώπους. Δίναμε λίστα με ονόματα, αλλά αρκετές φορές τα αγοράζαμε εμείς οι ίδιοι.

Γιώργος: Για τα εισιτήρια υπήρχαν οι σύνδεσμοι. Εγώ δεν ήμουν ποτέ Monster, ήμουν παλιός Ιερολοχίτης. Υπήρχε μια καφετέρια τότε που μαζεύονταν όλοι οι φίλαθλοι της ΑΕΛ που δεν ήταν Monsters. Εκεί βλέπαμε βίντεο, αγώνες κι εκεί παίρναμε εισιτήρια. Δίναμε μια συνδρομή 100 δραχμές το χρόνο. Οι Monsters πουλούσαν εισιτήρια στο Δικαστικό Μέγαρο.

Ινδιάνος: Εγώ ήμουν στα εισιτήρια του συνδέσμου των Monsters. Τη μέρα του αγώνα πούλησα 800 εισιτήρια, μόνο σε Monsters. Πουλούσα από τις οκτώ το πρωί. Σε μας είχε ένα χιλιάρικο το εισιτήριο. Δεν πήραμε ούτε 100 δραχμές καπέλο, τελείωνε η χρονιά, ήταν γιορτή.

Κολομητρούσης: Το πρωί παίρναμε πρωινό και μετά βόλτα. Εκεί, κοντά στο ξενοδοχείο. Και οπωσδήποτε επίσκεψη στην εκκλησία της Αναλήψεως, λίγο πιο πάνω. Υποχρεωτικά πηγαίναμε να ανάψουμε κερί, δεν άφηνε κανέναν ο Γκμοχ. Ήταν κανόνας.

Αλεξούλης: Ο Ζιώγας ήταν ο πιο θρήσκος, ο Θοδωρής, ο Τσιώλης. Ήταν κάτι σαν γούρι, μας έδινε δύναμη. Στις 11 κάναμε τακτική. Τότε παίζαμε ρόμβο.

Γκαλίτσιος: Τι ρόμβος; 4-4-2, το ίδιο δεν είναι;

Μιχαήλ: Στόπερ ο Γκαλίτσιος με τον συγχωρεμένο, μπακ ο Αγορογιάννης με τον Κολομητρούση, οι τέσσερις της άμυνας. Αλεξούλης, αμυντικό χαφ, Τσιώλης-Βουτυρίτσας μέσοι, Καραπιάλης δεκάρι και δύο φορ Βαλαώρας και Ζιώγας.

Γκαλίτσιος: Μα γιατί το λέτε ρόμβο, 4-4-2 ήταν.

Αλεξούλης: Γιατί δεν παίζαμε στην ευθεία, ο Καραπιάλης ήταν πιο μπροστά.

Μιχαήλ: Ναι, ο Βάτραχος μάρκαρε με τα μάτια. Τι γιατί τον λέμε Βάτραχο, δεν τον βλέπεις πώς είναι, πώς πήγαινε; Μάγο και Βάτραχο τον λέγαμε. Βάτραχος ήταν από πριν κι όταν το πήραμε έγινε Μάγος.

Καντώνιας: Όταν ο Καραπιάλης ήρθε στην ΑΕΛ και για πολλά χρόνια, ήταν αντικοινωνικός. Δε μιλούσε, είχε το κεφάλι κατεβασμένο, έφτανες σε σημείο να λες, τώρα γιατί δε μου μιλάει αυτός; Ήταν όμως ο χαρακτήρας του έτσι.

Ινδιάνος: Αγαπημένος μου παίκτης ήταν ο Καραπιάλης, γιατί μεγαλώσαμε μαζί. Στην ίδια γειτονιά, φίλοι και οι γονείς μας. Αρχίσαμε να παίζουμε μπάλα μαζί. Μας έβαζε ο Καραπιάλης μπροστά στην εκκλησία στο τσιμέντο και μας έλεγε “καθίστε να σας περάσω έναν-έναν”.

Γκαλίτσιος: Αλλά τι ρόμβος; Όλοι κάλυπταν όλους.

Κυριλλίδης: Το ξεκινήσαμε αυτό με τον Γεωργιάδη. Τακτικά ήμασταν πιο μπροστά απ’ τις άλλες ομάδες. Ο Ηρακλής ήταν κοντά σε εμάς. Ο Ολυμπιακός και ο Παναθηναϊκός έπαιζαν ατομικά, με ατομικές ενέργειες, είχαν μονάδες.

Αλεξούλης: Και όταν χάναμε την μπάλα, αμέσως “κούκλα μπάλα”. Έτσι το έλεγε ο Γκμοχ, να πιέσουμε, να τη διώξουμε, να κάνουμε φάουλ.

Ο Γιώργος Νικολακούλης και ο Χρήστος Μάτσιας.

Χρήστος: Δεν είχε τους καλύτερους παίκτες σαν μονάδες εκείνη τη χρονιά η Λάρισα, αλλά σίγουρα είχε την καλύτερη ομάδα. Ο Ζιώγας ας πούμε, δεν ήξερε τη φοβερή μπάλα, αλλά ήταν πάντα εκεί που έπρεπε. Ευφυέστατος. Αν τον έβαζες με σύστημα με έναν επιθετικό, μετά από 2-3 ματς θα άλλαζε επάγγελμα. Είναι ιεροσυλία να συγκρίνουμε εκείνη τη Λάρισα με τον Άγιαξ του Κρόιφ, αλλά ήταν μια ομάδα που έπαιζε τέτοιο στιλ. Αναπτυσσόταν γρήγορα, οι παίκτες βρίσκονταν με κλειστά μάτια και δεν τους έπαιρνε με τίποτα από κάτω. Ακόμη κι αν στράβωνε το ματς, θα το γυρνούσαν.

Γιώργος: Τα προηγούμενα χρόνια, η ομάδα είχε τον καλύτερο κατά τη γνώμη μου προπονητή που πέρασε ποτέ απ’ την Ελλάδα, τον Στρέιλαου, που ήρθε απ’ την εθνική Πολωνίας στη Λάρισα. Έδειξε πράγματα που δεν ξέραμε, ότι τα μπακ μπορούν να γίνουν δεύτερα εξτρέμ. Ποια άλλη ομάδα έπαιζε με ρόμβο;

Αλεξούλης: Δεν μας είπε κάτι διαφορετικό ο Γιάτσεκ πριν το ματς. Αλλά εκείνη την ημέρα δεν ήταν αυτός που έπρεπε. Φαινόταν η δυσαρέσκεια στο πρόσωπό του και σχεδόν την άφησε την ομάδα. Θα σας πω κάτι και θέλω να το θυμηθείτε. Μόλις τελείωσε η ομιλία, ανεβήκαμε σ’ ένα δωμάτιο, καμιά δεκάρια άτομα και μιλήσαμε. Ήταν το δωμάτιο στη γωνία, του Μήτσι.

Μιχαήλ: Η αλήθεια είναι πως o Γκμοχ δεν ήταν ζωντανός εκείνη τη μέρα. Άλλες φορές μέσα στα αποδυτήρια έπαιζε, έπιανε μαλλιά, προσπαθούσε να σε τσιτώσει.

Καντώνιας: Εγώ τον Γκμοχ δεν τον ήθελα καν στον πάγκο εκείνη τη μέρα, όχι επειδή φοβόμουν ότι κάτι θα κάνει, αλλά γιατί αισθανόμουν προδομένος. Αν με ρωτήσεις σήμερα, θα σου πω ευτυχώς που ήταν. Φυσικά άξιζε να είναι στον πάγκο και η δουλειά του στην ομάδα είναι σημαντική, αυτός τη δούλεψε. Βέβαια, έβλεπε παντού εχθρούς, σε κάθε γκολ, σε κάθε ήττα.

Αλκαζάρ
«Ανατριχιάζεις, μόνο που τους βλέπεις»

Γιώργος: Πηγαίναμε στο ματς για να πανηγυρίσουμε το πρωτάθλημα. Ήμασταν σίγουροι ότι θα πάρουμε το ματς και με 4-0, 5-0.

Μιχαήλ: Στο γήπεδο πηγαίναμε με το πούλμαν. Όχι της ομάδας, ενός πρακτορείου. Περιηγητής λεγόταν.

Γκαλίτσιος: Όταν γίνονταν τα ματς εδώ στο Αλκαζάρ, ήταν σαν πανηγύρι. Απ’ τις 12 ερχόταν ο κόσμος, έπιανε θέσεις ή καθόταν απ’ έξω με καφέ, γινόταν χαμός. Εμείς ερχόμασταν μιάμιση ώρα πριν και ήταν όλοι ήδη εδώ.

Ινδιάνος: Ξεκινήσαμε πορεία όλοι μαζί από το Δικαστικό και 12.30 ήμασταν στο γήπεδο. Ο Γιάννης ο Καλαμάρας ήταν ο οργανωτής της κερκίδας και εγώ ήμουν το μυαλό σε όλα τα άλλα. Από εισιτήρια, από πυρομαχικά, από καπνογόνα. Όλη τη βδομάδα ζούσαμε για τον αγώνα αυτόν. 22 χρονών ήμουν τότε.

Γιώργος: Εκείνη τη μέρα όλη η πόλη ήταν στο πόδι. Σε όλα τα μεγάλα ματς, ήμασταν τρεις ώρες πριν στο γήπεδο. Καθόμουν ακριβώς πίσω από το τέρμα, στη Θύρα 1, ακριβώς εκεί που έχει το κενό από κάτω, που μπαίνει το ασθενοφόρο. Πιο πλάγια κάθονταν οι Monsters. Το ματς ξεκινούσε στις τρεις το μεσημέρι. Το Αλκαζάρ δεν είναι καλό γήπεδο όσον αφορά τη θέαση, γιατί το πρώτο σκαλοπάτι είναι ακριβώς ίσα με το χορτάρι. Για να δεις καλά το ματς, πρέπει να είσαι ψηλά. Και για να βρεις ψηλά, πρέπει να πας από νωρίς.

O Ινδιάνος ή, κατά κόσμον, Σπύρος Θεοχαρίδης.

Ινδιάνος: Εγώ ήμουν μέσα στο γήπεδο, στο ταρτάν. Μαζί με τον Καλαμάρα. Ο Καλαμάρας πάνω στο στρώμα, κι εγώ μπροστά στην κερκίδα. Κοιτώντας προς το τέρμα, ελαφρώς δεξιά. Δεν θυμάμαι το σύνθημα της ημέρας. Δεν ήμουν των συνθημάτων, εκείνη την ώρα το μυαλό μου δούλευε για άλλα, για όλο το γύρω γύρω…

Κολομητρούσης: Εκείνη την ημέρα απ’ τη Βενιζέλου μέχρι το Αλκαζάρ γινόταν χαμός. Παντού κόσμος, χτυπούσαν στο πλάι το πούλμαν, τα τζάμια, πανικός. Ανατριχιάζεις, μόνο που τους βλέπεις. Όλη τη χρονιά το ίδιο γινόταν.

Βουτυρίτσας: Είχαμε ξεκινήσει καλά, 3-1 τον Ολυμπιακό.

Αλεξούλης: Έπαιξε μεγάλο ρόλο η νίκη επί του Ολυμπιακού στην πρεμιέρα. Περιμέναμε σίγουρη ήττα, ο Ολυμπιακός ήταν πρωταθλητής και είχε έρθει με τον Παναγούλια, που τους είχε πάει στην Αμερική.

Βουτυρίτσας: Είχαν έρθει, είχαν πάρει τον Καζιμιέρκσι και είχαν πει πως θα φάει τρία γκολ όλη τη χρονιά. Και έφαγε τρία εδώ, στην πρεμιέρα. Προηγήθηκαν με τον Ζελελίδη και τους βάλαμε τρία.

Καντώνιας: Υπήρχε η ρετσινιά ότι ο πατέρας μου είναι Ολυμπιακός. Ο μεγάλος του καημός λοιπόν ήταν να νικήσει τον Ολυμπιακό. Όσο ήταν εν ζωή, δεν το καταφέραμε ποτέ. Τη χρονιά που πέθανε ήταν και ο πρώτος χρόνος που κερδίσαμε τον Ολυμπιακό. Όλοι οι ποδοσφαιριστές του αφιέρωσαν τη νίκη, γιατί ξέραν τον καημό του.

Αλεξούλης: Δεν είχαμε στο μυαλό μας το Χ με τον Ηρακλή, μόνο τη νίκη.

Βουτυρίτσας: Δεν μας έκανε το Χ, πηγαίναμε στην Τούμπα την τελευταία αγωνιστική. Την ώρα που βάζουμε εμείς γκολ, ο ΠΑΟΚ είχε δοκάρι στον ΟΦΗ. Τελικά την τελευταία αγωνιστική πήγαμε πρωταθλητές, μεθυσμένοι παίξαμε.

Κολομητρούσης: Εκείνη τη χρονιά λειτουργούσαν όλα στην εντέλεια. Λέγαμε απ’ την προηγούμενη μέρα στον φροντιστή πώς να κουρέψει το γρασίδι, πόσο να το ποτίσει. Τα είχε όλα ο Πράσινος όπως τα θέλαμε.

Αλεξούλης: Επειδή ήμασταν καλοί στη φυσική κατάσταση, θέλαμε το γήπεδο να είναι γρήγορο. Να είναι βρεγμένο. Εμείς δεν είχαμε ατομικές ενέργειες, είχαμε κυρίως συνδυασμούς.

Βουτυρίτσας: Μόνο ο Καραπιάλης έκανε ατομικές ενέργειες.

Κολομητρούσης: Είχε πάρει το δρόμο της η ομάδα. Παίζαμε καλό ποδόσφαιρο και παίρναμε και τα αποτελέσματα. Παίζαμε με τον Ηρακλή, παίρναμε το ματς και μαζί και το πρωτάθλημα.

Καντώνιας: Δεν υπήρχε ματς εκείνη τη χρονιά που να μην πίστευα ότι θα κερδίσουμε. Είχαμε ομάδα. Λέγαμε “και τέσσερις διαιτητές να βάλουν απέναντι να μας δίνουν πέναλτι, εμείς θα βάζουμε ένα γκολ παραπάνω”. Αν τη συγκεκριμένη ομάδα της Λάρισας την είχε ο Ολυμπιακός ή ο Παναθηναϊκός, θα είχε πάρει το πρωτάθλημα με 15 βαθμούς διαφορά και οι παίκτες θα ήταν διάσημοι σε όλη την Ελλάδα.

Αλεξούλης: Παρ’ όλο που υπήρχε ανασφάλεια για το τι θα γίνει με τον Γκμοχ, η ενδεκάδα φτιάχτηκε από εμάς. Ξέραμε τον Ηρακλή, τον είχαμε παίξει πολλές φορές. Το σημαντικότερο ήταν να περιορίσουμε Χατζηπαναγή και Κωφίδη.

 

Ζέσταμα
“Ή θα πεθάνω ή θα πεθάνεις”

Βουτυρίτσας: Σιγουριά δεν είχαμε, αλλά είχαμε την αυτοπεποίθηση και την ψυχολογία. Πολύ άγχος, βράζαμε μέσα μας.

Μιχαήλ: Πριν το ματς μας μιλούσε πάντα ο Μητσιμπόνας. Εγώ πριν το ματς πήγαινα κι έβαζα ένα κέρμα στο τέρμα. Μέσα απ’ το δοκάρι. Θεωρούσα πως θα μας δώσει δύναμη.

Κολομητρούσης: Πριν το ματς κάναμε μασάζ και πάντα τηρούσαμε την ίδια σειρά. Ο Μητσιμπόνας ήταν πάντα πρώτος.

Κυριλλίδης: Εγώ δεν προλάβαινα να κάνω. Άντε να μου ‘βαζαν λίγη θερμαντική, αν έκανε κρύο.

Καντώνιας: Μέχρι και τον αγώνα με τον Ηρακλή που είχε ζέστη, εγώ φορούσα αυτό το χοντρό, το κόκκινο μπουφάν της ΑΕΛ. Φορούσα ίδιες κάλτσες, ίδια εσώρουχα, ίδια παπούτσια. Δεν μπορείς να μην είσαι προληπτικός όταν ασχολείσαι με τον αθλητισμό. Φυσικά και το έχω ακόμα το μπουφάν, το φοράει ο γιος μου τώρα.

Αλεξούλης: Τη βλέπεις την ομάδα απ’ το ζέσταμα. Κοιτούσαμε και τους αντιπάλους, ξέρεις. Τα γνωστά που λέγονταν πάντα όταν πλησίαζες τη σέντρα. “Ήρθε η σειρά σας, σήμερα τελειώνετε”, τέτοια.

Μιχαήλ: Τα περισσότερα τα ‘λεγε αυτός ο αλήτης. (σ.σ. εννοεί τον Αλεξούλη)

Αλεξούλης: Όχι, δεν τα ‘λεγα εγώ, ο Μήτσι τα ’λεγε.

Μιχαήλ: Ναι, εσύ έδειχνες, έκανες χειρονομίες.

Αλεξούλης: Εκείνη την ημέρα δεν γινόταν αλλιώς, δεν ήταν πλάκα. Έλεγες στον άλλον “ή θα πεθάνω ή θα πεθάνεις”.

Μιχαήλ: Ο Ηρακλής δεν είχε να χάσει τίποτα, αλλά δεν μας χάριζε ούτε πόντο.

Πέναλτι
«Δεν ακούγονταν ούτε οι αναπνοές»

Γιώργος: Ξεκινάει ο αγώνας και φαίνεται ότι είναι θέμα χρόνου να μπει το γκολ. Χάνουμε απίστευτες ευκαιρίες στην αρχή και φαίνεται ότι η ομάδα έχει φοβερό άγχος. Παίζεται όχι όλη η χρονιά, όλη η ζωή σου. Ξέρουν καλά ότι δεν πρόκειται να ξαναπάρουν πρωτάθλημα. Και γίνεται το πέναλτι.

Μιχαήλ: Το πέναλτι είναι απ’ έξω. Ο Γιάννης το έκανε.

Γκαλίτσιος: Δεν θυμάμαι, εγώ το έκανα;

Αλεξούλης: Ο Σάββας έπεσε και το πήρε πολύ έξυπνα.

Μιχαήλ: Ούτε που τον ακούμπησε.

Γιώργος: Φαίνεται να είναι στη γραμμή, είναι, δεν είναι, το ‘χω δει εκατό φορές. Την ώρα του αγώνα, είμαστε όλοι σίγουροι στο γήπεδο ότι δεν είναι πέναλτι.

Αλεξούλης: Πέφτουμε όλοι στον διαιτητή.

Καντώνιας: Είχα προαίσθημα ότι δεν θα μπει το πέναλτι. Υπήρχε πολύ μεγάλη αισιοδοξία. Έλεγα στους γύρω μου ότι δεν μπαίνει με τίποτα. Δεν ξέρω αν ο Αναστασιάδης μας έκανε χάρη και δεν το έβαλε ή πήγε να ψαρέψει τον Μιχαήλ. Το προαίσθημα εκείνη τη χρονιά ήταν το ίδιο με αυτό που είχα όταν πήρε η Εθνική το Euro. Αυτό ζούσαμε επί ένα χρόνο στη Λάρισα.

Γιώργος: Όλος ο κόσμος ήταν σαν τα τσαμπιά πάνω από τα κάγκελα. Δημιουργούσε την αίσθηση ότι έτσι και μπει γκολ, θα μπούμε μέσα όλοι. Ο Μιχαήλ είχε πιάσει όλα τα πέναλτι που είχαν εκτελέσει οι αντίπαλοι εκείνη τη χρονιά.

Χρήστος: Δεν ακούγονταν ούτε οι αναπνοές, αν και όλοι είχαμε το προαίσθημα ότι θα το αποκρούσει ο Μιχαήλ. Είχε κυκλοφορήσει σε όλους τους οπαδούς ότι ο Μιχαήλ τα πιάνει γιατί ξέρει πού θα εκτελεστεί το πέναλτι.

Ο Χρήστος Μιχαήλ.

Μιχαήλ: Εκείνη τη χρονιά έπιασα τέσσερα στα τέσσερα πέναλτι που μου εκτέλεσαν. Ένα στον Ολυμπιακό, ένα στις Σέρρες, ένα με τη Βέροια και αυτό με τον Ηρακλή. Τον Σάκη (σ.σ. Αναστασιάδη) τον ήξερα καλά, απ’ τις Σέρρες, ήμασταν συμμαθητές, στο ίδιο σχολείο. Κάθε Κυριακή έβλεπα ‘Αθλητική Κυριακή’. Ο Σάκης την προηγούμενη χρονιά, στη Β’ Εθνική, είχε χτυπήσει 15 πέναλτι έτσι, σκαφτά. Λέω αν πέσω και το φάω, θα γίνω χαλβάς. Αν μείνω όμως και το πιάσω;

Αλεξούλης: Η αλήθεια είναι πως έπεσαν πολλά μπινελίκια.

Γκαλίτσιος: Ναι, και στον Σάκη.

Αλεξούλης: Και στον Σάκη, και στον Χατζηπαναγή, σε όλους. Αλλά πιστεύαμε πως ο Μιχαήλ θα το πιάσει, ήταν πύραυλος.

Μιχαήλ: Επέλεξα να περιμένω. Δεν είχα να χάσω κάτι. Αν το έστελνε γωνία και το έτρωγα, τι πιο φυσιολογικό. Και τα άλλα πέναλτι έτσι τα έπιασα. Με τον Ολυμπιακό μίλησα με τον Μήτσι, που ήξερε τον Παχατουρίδη. Την ίδια εβδομάδα ήταν μαζί στην Εθνική, μου λέει “εκεί χτυπάει”. Με τον Τσαλουχίδη που το έπιασα με τη Βέροια, πηγαίναμε μαζί Εθνική.

Αλεξούλης: Από τον τρόπο που το έκανε ο Σάκης φαινόταν ότι είναι μουδιασμένος.

Γκαλίτσιος: Άκουσε αρκετά μέχρι να το χτυπήσει, επειδή γνωριζόμασταν. Του λέγαμε “εντάξει, πρόσεχε, τι κάνεις τώρα, το πρωτάθλημα τελειώνει εδώ”.

Κυριλλίδης: Φορτίστηκε συναισθηματικά από όλη τη φάση. Κι απ’ τον κόσμο.

Γιώργος: Τον Αναστασιάδη που εκτέλεσε το πέναλτι, τον είχαμε προπονητή τα προηγούμενα χρόνια εδώ στις μικρές ομάδες. Δεν το είπε ευθέως, αλλά μάλλον ψιλοπαραδέχτηκε ότι δεν ήθελε να το βάλει, ότι φοβήθηκε. Όταν έπιασε το πέναλτι ο Μιχαήλ, φωνάξαμε σαν να βάλαμε δέκα γκολ μαζεμένα.

Ινδιάνος: Τον ρώτησα αν το έχασε επίτηδες και μου είχε πει “όχι, έτυχε και το έχασα”.

Γκαλίτσιος: Μπορεί και να ήθελε να το χάσει.

Μιχαήλ: Τι ήθελε να το χάσει ρε μαλάκα, τo ’πιασα.

Σάκης Αναστασιάδης: Εγώ το πέναλτι το είχα ξεχάσει. Γιατί να θυμάμαι μια κακή στιγμή; Πριν 2-3 χρόνια ήρθα να δουλέψω στις ακαδημίες της ΑΕΛ και έψαχνα σπίτι στη Λάρισα. Πάω να δω ένα σπίτι, μπαίνω στο ασανσέρ με τον μεσίτη και τον βλέπω που με κοιτάει. Με ξανακοιτάει και μου λέει “εσύ είσαι άγιος άνθρωπος”. Ξαφνιάζομαι, δεν καταλαβαίνω τι εννοεί. “Ο Αναστασιάδης δεν είσαι; Εσύ δεν είχες χάσει το πέναλτι; Άγιος άνθρωπος είσαι, άγιος”.

Τόσα χρόνια δεν είχα δώσει ποτέ σημασία και τελικά έπρεπε να έρθω εδώ για να καταλάβω. Τι σήμαινε εκείνη η μέρα γι’αυτην την πόλη, γι’αυτούς τους ανθρώπους. Και να σου πω και κάτι; Απ’όλες τις κακές στιγμές που είχα στο ποδόσφαιρο, τελικά η μοναδική που δεν έπρεπε να έχω στεναχωρηθεί ήταν εκείνο το πέναλτι. Συνέβαλε σε κάτι ιστορικό, είναι κομμάτι μιας ιστορίας που έσπασε το κατεστημένο, μιας επιτυχίας που δεν θα επαναληφθεί ποτέ ξανά.

Αλεξούλης: Στην επόμενη φάση αποβλήθηκε ο Ηλιάδης. Κερδίζει ο Τσιώλης την μπάλα, την παίρνει ο Καραπιάλης και βγαίνει δεξιά στο κόρνερ. Τον σηκώνει ο Ηλιάδης, έπεσε θεαματικά ο Βασίλης, ο κόσμος έβραζε με το πέναλτι. Αγριέψαμε όλοι.

Βουτυρίτσας: Ο Οράσιο την πήρε την αποβολή. Όρμησε κατευθείαν στο επόπτη και ξεκίνησε τη φασαρία.

Γιώργος: Την κόκκινη την πήρε το γήπεδο. Καθαρά. Εκεί μέσα στο χαμό, έφαγε ο Βακαλόπουλος μια ξεγυρισμένη γροθιά, έπρεπε να αποβληθεί κι ένας δικός μας. Αλλά το γήπεδο έβραζε, οι φωνές πρέπει να ακούγονταν στην Ελασσόνα.

Πίεση
«Εκείνη την ημέρα κόντεψα να πεθάνω»

Βουτυρίτσας: Υπήρχε μια φόρτιση, ότι δεν πρέπει να χάσουμε το ματς. Με τόσο κόσμο, παίκτη παραπάνω, κάτι θα γίνει, θα το πάρουμε.

Αλεξούλης: Και μιλάμε μεταξύ μας και με τον Οράσιο. Δεν έχουμε βοήθεια απ’ τον Γκμοχ. Ο ένας παροτρύνει τον άλλον. Μετά το χαμένο πέναλτι και την αποβολη, είχαμε αρχίσει και κάναμε κάποια πράγματα. Ο μόνος που μας τα χαλάει είναι ο Χατζηπαναγής. Όταν παίρνει ο πούστης την μπάλα, είναι άλλο πράγμα. Μπορεί να σε κάνει τσίρκο, σε περνάει, σου κάνει ποδιές και λες τώρα τι γίνεται. Μπήκαμε μετά πιο ψυχωμένοι, ο κόσμος εμψύχωνε περισσότερο. Ήταν η πρώτη φορά, το πρώτο παιχνίδι που ο κόσμος δεν γκρίνιαζε όσο δεν είχαμε το σκορ που θέλαμε.

Μιχαήλ: Εγώ στο δεύτερο ημίχρονο ήμουν θεατής. Αλλά με άγχος, να βάλει γκολ η ομάδα.

Αλεξούλης: Ο Χρήστος ήταν πολύ καλός καθοδηγητής από πίσω.

Γιώργος: Στο δεύτερο ημίχρονο, δεν υπήρχε Ηρακλής στο γήπεδο. Όλοι περιμένουν πότε θα μπει το γκολ. Οι παίκτες σκυλιάζουν, τα δίνουν όλα, τρέχουν να εκτελέσουν τα πλάγια, ε, αυτό σου δημιουργεί την αίσθηση ότι θα μπει το γκολ.

Κυριλλίδης: Εγώ δεν μπήκα καθόλου. Στην τσίτα ήμασταν όλοι στον πάγκο. Μόνο ο Γκμοχ ήταν αδιάφορος. Τον έβλεπα πως είναι στον κόσμο του, το ήξερε ότι ήταν τελειωμένος. Ο Οράσιο σηκωνόταν και έβγαινε στην γραμμή και ούρλιαζε, ο άλλος τίποτα.

Ο Γιάννης Αλεξούλης.

Αλεξούλης: Εκείνη την ημέρα εγώ κόντεψα να πεθάνω. Σε μια κεφαλιά χτύπησα με τον Βακαλόπουλο και μου γύρισε η γλώσσα. Κάπου στο 60’-65’. Ήρθε ο Άκης ο Χασιώτης, ο φροντιστής του Ηρακλή, μου έβγαλε τη γλώσσα και μου έκανε τεχνητή αναπνοή. Μύριζε τσιγάρο. Όταν έγινε η φάση του γκολ, είχα μερική αμνησία. Δεν θυμόμουν, έπαιζα μηχανικά.

Καντώνιας: Η αγωνία στην κερκίδα ήταν πάρα πολύ μεγάλη, αλλά η πίστη ότι θα μπει το γκολ έστω στο 90’ υπήρχε.

Γιώργος: Ε, κάποια στιγμή μετά το 80’ αρχίζεις και απογοητεύεσαι ρε παιδί μου. Λες, δεν θέλει.

Γκολ
«Και τη βρίσκει στον αέρα και κάνει το κομμάτι αυτό»

Γιώργος: Κι όμως, δεν υπήρχε κανείς στο γήπεδο, ακόμα και στο 88’, που να μην πίστευε ότι θα κερδίσουμε. Και μπήκε με τον τρόπο που μπήκε. Ένα γκολ που λες τώρα τον Αλεξούλη, “αυτό το πράγμα που ‘κανες κι έστριψες τη μέση και πήρες αυτήν την κεφαλιά, άμα το προσπαθήσεις ένα εκατομμύριο φορές, το ξανακάνεις;”

Βουτυρίτσας: Εμείς ήμασταν έξω απ’ την περιοχή. Ζιώγας και Βαλαώρας ήταν στη μικρή περιοχή, πίσω έχει μείνει μόνο ο Τσιώλης. Μητσιμπόνας και Γκαλίτσιος ήταν στην περιοχή, όλοι μπροστά, και ο Κολομήτρουσης και ο Αγορογιάννης.

Αλεξούλης: Εγώ ήμουν κοντά με Μητσιμπόνα και Γκαλίτσιο. Κόβεται η πρώτη σέντρα και βγαίνω προς τα έξω. Κάνει σέντρα ο Αγορογιάννης, κοντράρει η μπάλα και πηγαίνει προς τα πίσω. Τρέχω και την κάνω ανάποδη κεφαλιά προς τον Μήτσι. Και τη βρίσκει στον αέρα και κάνει το κομμάτι αυτό.

Μιχαήλ: Μπαίνει το γκολ κι εκεί αρχίζει το κλάμα. Πραγματικό κλάμα. Εγώ κλαίω στον αγωνιστικό χώρο, μόνος μου. Γυρίζω στην κερκίδα και κλαίω.

Κυριλλίδης: Εμείς τρέξαμε απ’ τον πάγκο και μπήκαμε όλοι μέσα, μαζί με τον κόσμο.

Κολομητρούσης: Έχει φύγει ο πάγκος, όλοι μέσα, πηδάνε απ’ τα κάγκελα.

Καντώνιας: Όταν μπήκε το γκολ έφυγα τρέχοντας, έχει μια πόρτα εκεί το Αλκαζάρ πριν τον αγωνιστικό χώρο, λέω στο φύλακα άνοιξε. Αγκαλιάζομαι με τους παίκτες και ειδικά με τον Γιώργο.

Γιώργος: Για 5-10 λεπτά μετά, δεν θυμάμαι τίποτα. Μπλακ άουτ. Δεν μπήκα στο γήπεδο και θα σου πω γιατί. Έχω ένα καλό, ή κακό, δεν ξέρω. Όταν είμαι σε πολύ μεγάλη χαρά, κλαίω. Για πολλή ώρα, όχι για ένα λεπτό. Όταν λοιπόν κλαις έτσι, κάθεσαι στη θέση σου.

Πρωταθλητές
«Δεν έχουμε μια φανέλα από τότε, μας πήραν τα πάντα»

Βουτυρίτσας: Μετά το γκολ, είχε 2-3 λεπτά καθυστερήσεις.

Αλεξούλης: Πέρασε πόση ώρα να βγει ο κόσμος έξω. Μιλάμε για ένα γήπεδο που βράζει, που φωνάζει “να ’τοι, να ’τοι οι πρωταθλητές”, γίνεται χαμός. Έχει μπει ο κόσμος στο ταρτάν και περιμένει.

Κυριλλίδης: Με το που σφύριξε ο διαιτητής, ο Γκμοχ έφυγε. Τον δείχνει και η κάμερα. Μπαίνει ο κόσμος μέσα κι αυτός φεύγει σφαίρα για την καταπακτή. Το δημιούργημα είναι δικό του, αλλά δεν πανηγυρίζει.

Αλεξούλης: Το παιχνίδι τελειώνει κι έχω εγώ την μπάλα, την κλωτσάω στον αέρα. Πέφτουν οι Ινδιάνοι πάνω μας. Μένω με το βρακί και μία κάλτσα.

Ο Γιώργος Μητσιμπόνας

Μιχαήλ: Εγώ με το βρακί. Δεν έχουμε ρε συ μια φανέλα από τότε, μας έχουν πάρει τα πάντα.

Κολομητρούσης: Γινόταν χαμός, δεν μπορούσες να γλιτώσεις.

Αλεξούλης: Εμένα ήρθε ένας πατέρας και μου λέει, σου δίνω 600 στρέμματα, πάρε την κόρη μου. Εκεί, πάνω στο χαμό.

Καντώνιας: Εκείνη την ώρα η αδρεναλίνη ήταν στα ύψη, η χαρά ήταν απερίγραπτη. Δεν ήξερες τι έπρεπε να κάνεις απ’ τη χαρά σου. Θυμάμαι να παίρνω αγκαλιά όποιον έβρισκα μπροστά μου.

Ινδιάνος: Αφού μπαίνουμε μέσα και πανηγυρίζουμε, πέφτω πάνω στον Τουντζιάρη στα αποδυτήρια, ο οποίος φορούσε σκουλαρίκι και του λέω, μου δίνεις το σκουλαρίκι σου; Και μου το ‘δωσε. Δεν έβλεπα τίποτα όταν μπήκα μέσα στο χορτάρι.

Μιχαήλ: Και πάμε στα αποδυτήρια. Γλέντι. Τραγούδια, μπουγέλα, ό,τι θες. Και ξανά η ίδια απουσία. Ο Σαγόνιας είναι στο δωμάτιο δίπλα. Εμείς γλεντάμε μόνοι μας.

Ινδιάνος: Έχω και φωτογραφίες από τα αποδυτήρια που πανηγυρίζαμε όλοι μαζί. Είχα σχέσεις με τη διοίκηση, οπότε με άφησαν να μπω στα αποδυτήρια. Εμένα και τον Γιάννη, τον συγχωρεμένο. Σαμπάνιες, τραγουδάγαμε τον ύμνο, φοβερές στιγμές.

Αλεξούλης: Ο Γκμοχ έπαιζε δήθεν παραπονεμένος, νευριασμένος, αδικημένος. Γι’ αυτό και πέρασε στους δημοσιογράφους στην Αθήνα ότι η ΑΕΛ ήταν αχάριστη που τον έδιωξε. Γιατί όλοι ήταν της Αθήνας και του Ολυμπιακού. Η ΑΕΛ είχε δώσει τα πάντα στον Γκμοχ. Έχω μιλήσει μαζί του από τότε και του τα έχω χώσει. Αυτός μένει σε δικαιολογίες. Εγώ του λέω, “καταλαβαίνω, καλά έκανες, γιατί είσαι επαγγελματίας. Αλλά εκείνη τη στιγμή, θα σε σκότωνα, γιατί με κορόιδευες”. Τον είχα δει που σημείωνε ονόματα του Ολυμπιακού, δούλευε για την επόμενη ομάδα του.

Μιχαήλ: Φεύγουμε απ’ το γήπεδο και πάμε με τα πόδια στο κέντρο της πόλης. Της πουτάνας. Εγώ τότε δεν έπινα και έγινα ντίρλα.

Αλεξούλης: Εγώ πήγα πρώτα στο νοσοκομείο.

Κυριλλίδης: Ναι, για να θυμηθεί.

Βουτυρίτσας: Εκείνη την εποχή πάντα επιστρέφαμε με τα πόδια. Το πούλμαν ήταν μόνο για πριν.

Μιχαήλ: Εμείς πήγαμε στα Κέρατα;

Βουτυρίτσας: Θα σε γελάσω.

Κολομητρούσης: Στο Stand πήγαμε.

Ο Κώστας Κολομητρούσης με τον Γιάννη Γκαλίτσιο.

Γιώργος: Έρχονταν στην πλατεία οικογένειες από όλες τις γωνίες της Λάρισας για να πανηγυρίσουν το πρωτάθλημα. Η μεγαλύτερη επιτυχία τότε ήταν το ‘Είμαστε πια πρωταθλητές’ του Πορτοκάλογλου. Ίσως το τραγουδήσαμε εμείς πρώτοι σαν πρωταθλητές. Έψηναν αρνιά σε καφετέριες, παρέες παρέες. Θυμάμαι με την παρέα μου αργά το βράδυ, ψάχναμε όλα τα μπουζουξίδικα για να βρούμε την ομάδα.

Μιχαήλ: Και όπως μετά από κάθε νίκη, πήγαμε στα μπουζούκια.

Αλεξούλης: Όχι στα μπουζούκια, στα σκυλάδικα. Με τις μπουλντόζες τα παίρνανε τα πιάτα.

Γκαλιτσιος: Μας πήγε καλά εκείνη η χρονιά, κάθε εβδομάδα ήμασταν στα μπουζούκια.

Κολομητρούσης: Ε, σιγά, μια μέρα, Κυριακή βράδυ.

Βουτυρίτσας: Ε, κάποιοι πήγαιναν κι άλλη μέρα.

Καντώνιας: Ο Γιώργος είχε αυτό το θέμα. Παραμονές αγώνα ήθελε να πάει στα μπουζούκια να πιει ένα ποτό. Ένα, βαριά δύο. Για να τον προστατέψουμε λοιπόν, πηγαίναμε μαζί του. Για να φύγει μέχρι τη 1-1.30. Πριν το ματς με τον Ηρακλή, δεν πήγε πάντως.

Έπρεπε να βρεις το χαρακτήρα του κάθε παίκτη. Αφού βλέπαμε ότι αυτό ήταν κάτι που ήθελε και τον έφτιαχνε ποδοσφαιρικά, λέμε ΟΚ, προκειμένου να κάνουμε τα στραβά μάτια και να φτάσουμε σε σημείο να γυρνάει σούρα, μαζί κι εμείς, δυο ποτά, Γιώργο πάμε τώρα στο ξενοδοχείο. Πηγαίναμε κυρίως στο Φάληρο. Τραγουδούσε η Λίτσα Κουλέα, ο Κωτσόπουλος νομίζω…

Γιώργος: Όποιος δεν έχει δει τσιφτετέλι του Βαλαώρα, δεν έχει δει τσιφτετέλι.

Αλεξούλης: Ο Βαλαώρας, ναι, το καλύτερο τσιφτετέλι.

Μιχαήλ: Ο μεγαλύτερος πανηγυρτζής.

Κυριλλίδης: Ο Βαλαώρας να ξέρεις, είχε πάντα έναν ταξιτζή. Τον Πανιά, ήταν φίλος του. Κι ο,τι πανηγύρι γινόταν στην περιοχή της Θεσσαλίας, ήταν εκεί. Τον πήγαινε και τον έφερνε ο ταξιτζής.

Αλεξούλης: Ο Μήτσι ήταν στην ζεϊμπεκιά, ο Βαλαώρας στο τσιφτετέλι.

Ινδιάνος: Πήγα με την ομάδα στα μπουζούκια. Έβαλα μαύρο παντελόνι, μαύρη μπλούζα και τιράντες και σταράκια από κάτω, πράσινα, πράσινες και οι τιράντες. Εγώ ήμουν εκτός κλίματος εκεί, γιατί δεν μ’ άρεσε το στιλ αυτό, το μπουζούκι. Εγώ άκουγα πανκ.

Μιχαήλ: Ναι, στο χειρότερο απ’ όλα τα σκυλάδικα είχαμε πάει. Στο Φάληρο. Άνοιγε μετά τις τρεις. Πήγαινες σε άλλο και μετά στο Φάληρο.

Πορεία
«Ο στόχος ήταν να σωθούμε, όχι να το πάρουμε»

Απ’τα αριστερά προς τα δεξιά: Θοδωρής Βουτυρίτσας, Χρήστος Μιχαήλ, Κώστας Κολομητρούσης, Γιάννης Γκαλίτσιος, Γιάννης Αλεξούλης.

Καντώνιας: Η χρονιά του πρωταθλήματος ήταν πάρα πολύ έντονη, με αποτέλεσμα πολύς κόσμος να κλατάρει. Πραγματικά, τα νεύρα και η ένταση ήταν τεράστια, γιατί ήταν ένας άθλος αυτό που έγινε.

Αλεξούλης: Έπαιξε μεγάλο ρόλο που ο πρόεδρος ήταν στην Αμερική, να κάνει επέμβαση. Έπαθε το καρδιακό στο ματς με τον Πανιώνιο, στη Νέα Σμύρνη.

Μιχαήλ: Μπάι πας. Μόνο στην Αμερική γινόταν τότε..

Αλεξούλης: Ήταν η δύναμη της ομάδας. Όταν έμπαινε, σηκωνόμασταν όλοι προσοχή, γιατί τον πιστεύαμε. Έμπαινε για να δώσει το πριμ, δεν έκανε κάτι άλλο.

Μιχαήλ: Ναι, ούτε μάλωνε, ούτε τίποτα.

Αλεξούλης: Αν ψάξετε τις εφημερίδες της εποχής, είναι ζήτημα αν έχει δώσει τρεις συνεντεύξεις όλα τα χρόνια που ήταν πρόεδρος.

Καντώνιας: Το σημαντικό της περιόδου ‘80-’88 ήταν το εξής: το οικονομικό δεν απασχόλησε ποτέ κανέναν ποδοσφαιριστή. Δεν ασχολήθηκε κανείς με το αν και πότε θα πάρει τα χρήματά του. Το μόνο που τους απασχολούσε ήταν πώς θα πάει η προπόνηση. Την Κυριακή γινόταν το ματς, Δευτέρα πρωί στις 9, το πριμ είχε κατατεθεί στον λογαριασμό τους.

Αλεξούλης: Την προηγούμενη χρονιά, η ομάδα κινδύνευσε να πέσει.

Βουτυρίτσας: Μέχρι τον Δεκέμβριο πέφταμε.

Αλεξούλης: Τα προβλήματα και την εσωστρέφεια που υπήρχε, τα πλήρωσαν οι δύο φυσικοί αρχηγοί της ομάδας. Ο Παραφέστας μαζί με τον Ανδρεούδη. Η διοίκηση έδιωξε τους πιο έμπειρους και τους πιο δυνατούς παίκτες. Ήταν και οι δύο αρχηγοί. Κι αυτό μας φόβισε όσο να ‘ναι.

Καντώνιας: Η ομάδα ήθελε ένα ταρακούνημα τότε. Ειδικά ο Τάκης ο Παραφέστας ήταν παιδί του πατέρα μου, αυτός τον είχε πάρει στη Λάρισα από τον Φαλανιακό, ήταν γενίτσαρος, ξεσήκωνε όλη την ομάδα. Ήταν μεγάλη μαχαιριά να αποφασίσεις να διώξεις αυτόν τον άνθρωπο, αλλά πολλές φορές, όταν θες να κάνεις το επόμενο βήμα, θυσιάζεις τους ανθρώπους σου. Οι παίκτες σκέφτηκαν “αφού φάγανε αυτόν, φαντάσου τι θα πάθουμε εμείς”.

Βουτυρίτσας: Πριν ξεκινήσει το πρωτάθλημα, φαβορί ήταν ο Ολυμπιακός.

Αλεξούλης: Εμείς πιστεύαμε πως θα πέσουμε. Την προηγούμενη σεζόν είχαμε κινδυνεύσει και αντί να ενισχυθούμε, χάσαμε δύο παίκτες. Ο στόχος λοιπόν ήταν να σωθούμε, όχι να το πάρουμε.

Μιχαήλ: Είναι συγκυρίες. Τον Ολυμπιακό τον πάει ο Παναγούλιας στην Αμερική να κάνει προετοιμασία και έκανε τουρισμό. Τους διέλυσε… Ήρθε εδώ κομμένος. Έφαγε την τριάρα την πρώτη αγωνιστική και άρχισε να διαλύεται. Οι μόνοι που ήταν ψηλά μέχρι το τέλος ήταν η ΑΕΚ και ο ΠΑΟΚ.

Βουτυρίτσας: Έφυγαν τότε οι δύο, αλλά βγήκαν τρομερά ο Αγορογιάννης κι ο Καραπιάλης. Ήρθε ο Κανιέμπα για δεκάρι και στην προετοιμασία τον τρώει ο Καραπιάλης και τον αφήνει στον πάγκο.

Καντώνιας: Πιστεύαμε ότι θα είναι μια καλή χρονιά για την ΑΕΛ.

Αλεξούλης: Μετά τον πρώτο γύρο που τους παίξαμε όλους, είδαμε πως δεν υπάρχει ομάδα να πάρει το πρωτάθλημα.

Γκαλίτσιος: Μετά τα Χριστούγεννα αρχίσαμε να καταλαβαίνουμε πως μπορούμε.

Βουτυρίτσας: Μην ξεχνάμε πως βγάλαμε τη χρονιά με 13 παίκτες.

Κολομητρούσης: Ο Τσίγκοφ βοήθησε στα πρώτα ματς, βοήθησε πολύ.

Γκαλίτσιος: Το πιστέψαμε πολύ μετά το 2-2 με τον Ολυμπιακό στο ΟΑΚΑ.

Βουτυρίτσας: Είχε γεμίσει το Ολυμπιακό Στάδιο. 75.000 κόσμος. Ο Ολυμπιακός είχε πάρει 15 παίκτες τον Δεκέμβριο.

Τσίγκοφ
«Κερδίσαμε, είσαι με τα καλά σου, τι θες τώρα;»
 

Μιχαήλ: Για ντόπινγκ κοντρόλ πήγαιναν τότε δύο παίκτες από κάθε ομάδα με κλήρωση. Αν ήθελες, ζητούσες έναν επιπλέον, όποιον ήθελες εσύ. Και μετά είχε δικαίωμα να κάνει το ίδιο ο αντίπαλος.

Αλεξούλης: Το ντόπινγκ είναι μεγάλη ιστορία. Έχει τελειώσει το ματς, τον έχουμε πατήσει τον Παναθηναϊκό.

Γκαλίτσιος: Κατεβαίνουμε στην καταπακτή. Εγώ κι ο Μήτσι, είμαστε μαζί. Και λέει ο Γκμοχ “θέλω τον Αντωνίου”. Και του λέω “καλά ρε, κερδίσαμε, είσαι με τα καλά σου, με τον Παναθηναϊκό θα τα βάλουμε;” Αυτός να επιμένει. Μα κερδίσαμε, γιατί να κάνουμε ένσταση, γιατί να ζητήσουμε παίκτη για το ντόπινγκ;

Αλεξούλης: Στο 76’ έχουμε κάνει αλλαγή και έχει μπει ο Τσίγκοφ. Ο Παναθηναϊκός σκοράρει, μειώνει και τελειώνει το ματς 2-1. Ο Τσίγκοφ δεν έκανε τίποτα, ίσα-ίσα, που φάγαμε γκολ όταν μπήκε. Αυτό που λέει ο Γκαλίτσιος. Τελειώνει το ματς, γιορτάζουμε και είναι να πάνε για ντόπινγκ δύο από εμάς. Δεν θυμάμαι ποιοι ήταν. Αλλά ποτέ δεν ζητούσε ομάδα κάποιον τρίτο, δεν γινόταν ποτέ.

Βουτυρίτσας: Υπάρχει λογική να έχεις πάρει το ματς και να ζητήσεις τρίτο παίκτη;

Αλεξούλης: Και λέει ο Γκμοχ, ένσταση, “θέλουμε τον Αντωνίου, γιατί εγώ ξέρω πως παίρνει χάπια, απ’ όταν τον είχα στον Απόλλωνα”.

Μιχαήλ: Κι αμέσως ο Παναθηναϊκός λέει “ΟΚ, και ο Τσίγκοφ τρίτος από εσάς”.

Αλεξούλης: Δηλαδή δεν λένε κάποιον απ’ τους πρωταγωνιστές, που έπαιξαν όλο το ματς, τον Μητσιμπόνα που είχε βάλει δύο γκολ… Λένε Τσίγκοφ.

Κολομητρούσης: Το σκεπτικό του Γκμοχ λοιπόν ποιο είναι;

Μιχαήλ: Κάποια βρομιά υπήρχε. Μπορεί να μην ήθελε να το πάρουμε.

Κολομητρούσης: Μήπως το έκανε για να πει “είμαστε καθαροί όλοι και πάρτε όποιον θέλετε”;

Μιχαήλ: Όχι ρε, ο άνθρωπος είχε παράξενη λογική. Θυμάμαι με τον Πανσερραϊκό, που νικήσαμε 3-1 με την γκολάρα του Καραπιάλη. Στο 2-0, χτυπάει ένα φάουλ ο Σοφιανόπουλος και πάει κατευθείαν στο παράθυρο, το τρώω άγαλμα. Φωτογραφία. Και λέει στον πάγκο στον Πλίτση “σήκω”. Προς τιμήν του ο Γιώργος του λέει “τι λες ρε, αυτό δεν πιάνεται με τίποτα”. Ήταν καχύποπτος, επειδή εγώ ήμουν απ’ τις Σέρρες, ότι δήθεν έκατσα να το φάω.

Αλεξούλης: Αυτό ήταν το κακό του, ήταν καχύποπτος. Κάναμε προπόνηση κι άμα ερχόταν κανάς πατέρας με τον γιο του που δεν τους ήξερε έστελνε κατευθείαν να ρωτήσουν ποιος είναι.

Στο κάδρο ο Αντώνης Καντώνιας, πατέρας του Γιώργου και οραματιστής της μεγάλης ΑΕΛ της δεκαετίας του ‘80.

Καντώνιας: Τότε όλοι βγήκαν στο δρόμο μόνοι τους. Εκείνη την εποχή είχα μια Yamaha. Βγαίνει η απόφαση, είμαστε τρελαμένοι, λέω θα πάρω το λεωφορείο της εταιρίας να το βγάλω κάθετα στη λεωφόρο. Αυθόρμητα. Καβαλάω λοιπόν τη μηχανή και φεύγω στη διασταύρωση της οδού Βόλου να με χτυπήσει ο αέρας. Εκείνη την ώρα βλέπω ότι αρχίζουν να μαζεύονται κάποιοι φίλαθλοι και να στήνουν οδοφράγματα. Ήταν κι ένας καημένος νταλικέρης, βάζω κάθετα τη μηχανή, κατεβαίνω κι εγώ. Μέσα σε λίγα λεπτά, μαζεύεται ένα μπούγιο κόσμου και κλείνει την εθνική. Δεν υπήρχαν κινητά τότε. Έτυχε να είμαι από τους πρώτους που βρέθηκαν εκεί. Ούτε ήξεραν ποιος είμαι. Έβλεπες γιαγιάδες να βγαίνουν από τα σπίτια. Υπήρξε αυτή η αίσθηση της αδικίας μιας ολόκληρης πόλης. Δεν υπήρχε σχεδιασμός. Ο μόνος σχεδιασμός που υπήρξε ήταν από τους φιλάθλους να δοθούν βοήθειες και τρόφιμα στους οδηγούς που ήταν αποκλεισμένοι.

Είχε αποκλειστεί πραγματικά η βόρεια από τη νότια Ελλάδα για δύο μέρες. Όλη η ιστορία αυτού του ξεσηκωμού βοήθησε πολύ την ομάδα. Υπήρχε ο όρκος τιμής ότι θα το πάρουμε ακόμα και με -4. Κάθε ματς που παίζαμε από τότε ήταν με το μυαλό μας στο -4. Αν θέλαμε νίκη την τελευταία αγωνιστική στην Τούμπα, θα την κάναμε.

Γιώργος: Όταν έγινε το συλλαλητήριο, δεν έσπασε ούτε ένα τζάμι, δεν έβαλαν φωτιά ούτε σε έναν κάδο. Αν γινόταν κάτι ανάλογο σήμερα, θα τα είχαν διαλύσει όλα. Ήταν άλλη η νοοτροπία του κόσμου τότε.

Τώρα
 

Αλεξούλης: Τώρα συνειδητοποιούμε αυτό που έγινε.

Γκαλίτσιος: Τώρα. Τότε τι να καταλάβουμε…

  • Πηγή: sport24
  • Πληροφορίες: Θέμης Καίσαρης, Ηλίας Αναστασιάδης

Δείτε και αυτά