Με το αγριολούλουδο «Σκούλος» ή «Μουσαφίρης» τού Ολύμπου, στην ετικέτα του, δόθηκε στην κατανάλωση από την οικογένεια Κατσαρού, το φημισμένο της Chardonnay, μετά από έξι μήνες παλαίωσης σε νέα δρύινα βαρέλια και με προοπτική ζωής τα δέκα χρόνια…
Ένα κρασί που θεωρείται από τα εκλεκτότερα λευκά τού ελληνικού αμπελώνα, πλούσιο σε σώμα, με ιδιαίτερα αρώματα και μακρά επίγευση.
Η οικογένεια Κατσαρού έχει τους αμπελώνες της στην Κρανιά τού Ολύμπου, όπου και το οινοποιείο της, βέβαια.
Εκεί, στις αρχές της δεκαετίας του ’80, ο γιατρός (ωτορινολαρυγγολόγος) Δημήτρης Κατσαρός, εραστής του ποιοτικού κρασιού, τόλμησε να δραστηριοποιηθεί σ’ έναν τομέα που τότε ήταν ακόμα στα σπάργανα. Ήταν μια ιστορία ανατροπής.Αγόρασε τα πρώτα αγροτεμάχια και φύτεψε το πρώτο του αμπέλι με τις γαλλικές ποικιλίες CabernetSauvignon και Merlot, με τις οποίες δημιούργησε ένα στιβαρό κρασί, πλούσιο σε τανίνες, κυριολεκτικά αίμα της γης, ικανό να παλαιωθεί για πολλά – πολλά χρόνια, στο οποίο έδωσε το όνομα «Κτήμα Κατσαρού».
Το «Κτήμα Κατσαρού» γρήγορα έγινε διάσημο, γνώρισε πλήθος τιμητικών διακρίσεων στους σοβαρότερους διεθνείς διαγωνισμούς, αγαπήθηκε με πάθος. Το περίφημο μικροκλίμα της περιοχής, αλλά και η επιστημονική ενασχόληση του γιατρού με την καλλιέργεια και την οινοποίηση είχαν ως αποτέλεσμα τη δημιουργία μιας κορυφαίας ετικέτας που ήρθε να συναγωνισθεί επάξια τα καλύτερα κρασιά του διεθνούς αμπελώνα. Το συγκεκριμένο κρασί, μετά τη ζύμωση, παραμένει για 18 μήνες στο βαρέλι και για άλλους δώδεκα στη φιάλη, έτσι ώστε να βγαίνει στην αγορά την τρίτη χρονιά από τον τρύγο. Παρότι είναι κρασί μακράς παλαίωσης, τουλάχιστον 15ετίας, εμφανίζει τα προτερήματα και όλα του τα χαρακτηριστικά από τη στιγμή που θα παραδοθεί στην κατανάλωση.
Το επόμενο βήμα του γιατρού Δημήτρη Κατσαρού ήταν η φύτευση της ποικιλίας Chardonnay και η οινοποίησή της. Το ομώνυμο κρασί, περασμένο έξη μήνες από βαρέλι, ήταν επίσης μια έκπληξη, εξασφαλίζοντας ακόμα και δέκα χρόνια παλαίωσης.
Στη συνέχεια, η οικογένεια Κατσαρού έδωσε στην κατανάλωση και το μονοποικιλιακόMerlot, ένα ακόμα κορυφαίο κρασί, που πήρε γρήγορα τη θέση του ανάμεσα στους ερυθρούς ελληνικούς οίνους οι οποίοι δεν διστάζουν να συγκριθούν με τους ανάλογους ευρωπαϊκούς.
Διάδοχη κατάσταση της Στέλλας και του Δημήτρη Κατσαρού, ο γιος τους Ευριπίδης, που σπούδασε Γενική Βιολογία στο πανεπιστήμιο του Μπορντώ, στη συνέχεια Αμπελουργία – Οινολογία στο πανεπιστήμιο της Βουργουνδίας, απ’ όπου πήρε και το Εθνικό Δίπλωμα Οινολόγου, κι έκανε αρκετές πρακτικές σε οινοποιεία της Γαλλίας.
Ένα από τα πολλά σημαντικά που εφάρμοσε ο νεαρός Ευριπίδης Κατσαρός είναι ο πράσινος τρύγος, δηλαδή η αφαίρεση περίπου του 50 % της παραγωγής, πολύ πριν ωριμάσει και τρυγηθεί, έτσι ώστε αυτά που μένουν στο κλήμα να παίρνουν όλη τη δύναμη του φυτού και να είναι σε θέση να δώσουν ιδιαίτερα ποιοτική παραγωγή.
Ένα ακόμα σημαντικό βήμα του νεαρού Ευριπίδη ήταν η δημιουργία του «Valos» από την τοπική ποικιλία Ξινόμαυρο. Εκλεκτό, ρωμαλέο, αλλά με βελούδινο στόμα κρασί, που τιμά την ποικιλία.
Ο Άγγελος Πετρουλάκης του εστιατορίου «Να με θυμάσαι», επέλεξε να το φωτογραφίσει με φόντο δυο βιβλία ιδιαίτερα αφηγηματικά για τον τόπο μας. Του Τάκη Τλούπα και του HerbertList.