Του Στέλιου Ορφανάκη*
H επιδημία του ιού COVID-19 έχει προκαλέσει σημαντικές μεταβολές στην οικονομική συμπεριφορά των ανθρώπων, αλλά κι ένα μεγάλο σοκ για την παγκόσμια οικονομία. Η ελληνική οικονομία είναι σίγουρο ότι θα κτυπηθεί ισχυρά, διότι πάντα την κρίση την πληρώνουν οι αδύναμοι και αυτοί που είναι ήδη σε κρίση. Και η ελληνική οικονομία ήταν ήδη σε κρίση και πέφτει εκ νέου σε νέα κρίση. Και μάλιστα Παγκόσμια οικονομική κρίση.
Με δεδομένο ότι δεν είναι γνωστή ούτε η ένταση, ούτε και η διάρκεια αυτής της διαταραχής, είναι πρόωρο να προσπαθήσει κάποιος να κάνει προβλέψεις δίνοντας νούμερα για το τι θα συμβεί από την πλευρά της ύφεσης στη χώρα μας. Κανείς δεν μπορεί να ξέρει με βεβαιότητα τις οικονομικές απώλειες, που θα καταγραφούν σε ετήσια ή σε πιο μακροχρόνια βάση, οπότε ας αρκεστούμε σε κάτι πιο ταπεινό που λέγεται Ταμείο της χώρας.
Το Ταμείο της χώρας μας διαμορφώνεται από τα φορολογικά έσοδα και τις δαπάνες. Αν πάμε στην πλευρά των εξόδων του Ελληνικού κράτους θα διαπιστώσουμε ότι ξοδεύει 41 δις ευρώ για μισθούς και συντάξεις (12,5 δις ευρώ για μισθούς και 28,5 δις ευρώ για συντάξεις) δηλαδή το 77% των καθαρών εσόδων πάει σε μη ελαστικές δαπάνες. Τα έξοδα αυτά μπορούν να αλλάξουν, μόνο εάν δεχθούμε ότι θα έχουμε μειώσεις μισθών και συντάξεων σε περίπου 4 εκατομμύρια Έλληνες. Οπότε μας περισσεύουν από τα 53 δις ευρώ, που είναι τα προϋπολογισμένα καθαρά έσοδα του κράτους, περίπου 12 δις ευρώ να διαχειριστεί η κυβέρνηση. Όμως αυτά τα 12 δις ευρώ αφορούν δαπάνες για αστυνόμευση, εκπαίδευση, υγεία, δημόσιες επενδύσεις κ.α. Δηλαδή στην πραγματικότητα, το πραγματικό ρευστό που έχει η κυβέρνηση στο Ταμείο της χώρας, ακόμη κι αν υποθέσουμε ότι τα έσοδα θα πέσουν μόνο 10%, είναι σε ετήσια βάση μερικά δις ευρώ! Ναι, μερικά δις ευρώ. Με δεδομένο ότι τα έσοδα δεν μπορούν να προσδιοριστούν, θα ελέγξουμε τι επιπλέον επιλογές έχει η χώρα μας λόγω και της συμμετοχής μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Η Ελλάδα μπορεί να αυξήσει τη ρευστότητα στο Ταμείο της, λόγω της συμμετοχής της στην Ευρωζώνη με διάφορους τρόπους. Θα δούμε τους κυριότερους.
Ο πρώτος μηχανισμός είναι ο δανεισμός μέσω του European Stability Mechanism (E.S.M). Σύμφωνα με την προ ημερών απόφαση του Eurogroup, το ESM θα χορηγήσει στα κράτη, υπό μορφή δανείου, το μέγιστο 240 δις ευρώ. Τα δάνεια, που τα λένε και γραμμές χρηματοδότησης, είναι δεκαετούς διάρκειας με επιτόκιο κοντά στο 0,1%! Κάθε χώρα, άρα και η Ελλάδα, μπορεί να λάβει το μέγιστο μέχρι το 2% του ΑΕΠ του 2019, δηλαδή 3,7 δις ευρώ περίπου. Το σημαντικό από πολιτικής πλευράς είναι ότι δεν απαιτούνται για το ποσό αυτό κάποιοι κρυφοί ή φανεροί μνημονιακοί όροι, αλλά μόνο κατάθεση στην Κομισιόν των δαπανών που θα πραγματοποιηθούν. Φυσικά, αυτά τα 3,7 δις ευρώ, πέραν του ότι βελτιώνουν τη ρευστότητα στο Ταμείο, δεν θα τα χρωστάμε στις αγορές, αλλά στον E.S.M και είναι και αρκετά φθηνότερα από ό,τι αν βγαίναμε και τα ζητούσαμε από τις αγορές, όπου με σημερινά στοιχεία θα μας δάνειζαν 2080% παραπάνω! Να θυμίσω ότι η απόδοση του 10ετες ελληνικού ομολόγου στις 10/5 ήταν στο 2,18%. Τελικά οι Ευρωπαίοι μας εμπιστεύονται παραπάνω από τις αγορές.
Ο δεύτερος μηχανισμός είναι η άντληση ρευστότητας μέσω της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (Ε.Κ.Τ). Η Ε.Κ.Τ ανακοίνωσε ότι θα εφαρμόσει (ξανά) ποσοτική χαλάρωση με αγορές ομολόγων μέσω των τραπεζών που δραστηριοποιούνται στην Ευρωζώνη. Η Ελλάδα θα συμμετάσχει μέσω του προγράμματος Πανδημίας και όχι μέσω της κλασσικής ποσοτικής χαλάρωσης, που η χώρα μας είναι εκτός, λόγω μη πιστοληπτικής διαβάθμισης. Το καλό με τα δάνεια στην Ε.Κ.Τ είναι ότι εύκολα μπορούν να γραφούν στον «πάγο», ενώ ταυτόχρονα δεν χρειάζεται να ασχολείσαι με τις διεθνείς αγορές. Στο σημείο αυτό να σημειώσω ότι αναφέρομαι στο μέρος της ποσοτικής χαλάρωσης που αφορά κρατικά ομόλογα. Εκτιμήσεις μιλάνε ότι η Ελλάδα θα επωφεληθεί με περίπου 10 δις ευρώ, πάντα υπό μορφή δανείου από τις αγορές και τελικό θεματοφύλακα την Ε.Κ.Τ. Ήδη πριν μερικές εβδομάδες η Ελλάδα βγήκε στις αγορές για επταετές ομολογιακό έκδοσης 2 δις ευρώ και κουπόνι 2,013%.
Ο τρίτος μηχανισμός είναι το Recovery Fund. Σύμφωνα με τις συγκλίνουσες πληροφορίες μιλάμε πάλι για δάνεια, μάλιστα με επιτόκιο το benchmark ομόλογο αναφοράς κάθε χώρας, που αντικατοπτρίζει το ρίσκο κάθε χώρας και επίσης θα περιλαμβάνονται και κάποιες ρήτρες, ενώ το 15% του ποσού θα δίνεται ως επιδότηση. Δηλαδή, αν δικαιούσαι να δανειστείς 100, θα πληρώσεις για τα 85, με την προϋπόθεση ότι θα δανειστείς 100. Δηλαδή να πάρεις τα 15 τζάμπα, δεν υπάρχει ως σενάριο.
Είναι ξεκάθαρο ότι η Ελλάδα μέσω της ΕΕ έχει πρόσβαση σε πανίσχυρα χρηματοδοτικά εργαλεία, τα οποία υπό μορφή δανεισμού μπορούν να αυξήσουν τη ρευστότητα στο Ταμείο της χώρας σχεδόν κατά 25 δις ευρώ.
Πέραν των 25 δις ευρώ που αναφέραμε παραπάνω υπάρχουν και 14-16 δισ. ευρώ που αποτελούν αποθεματικά των φορέων της Γενικής Κυβέρνησης (ΓΚ) και μπορούν να χρησιμοποιηθούν για έκτακτες καταστάσεις. Αυτά είναι repos (συμφωνίες επαναγοράς) μεταξύ Κράτους (Γενικό Λογιστήριο) με τους φορείς της Γενικής Κυβέρνησης. Έτσι φθάνουμε σε ένα σύνολο 41 δις ευρώ!
Ταυτόχρονα η Ε.Κ.Τ έχει εξαγγείλει μια στοχευμένη δανειοδοτική διευκόλυνση, που μπορεί να παρέχει έως και 3 τρις ευρώ ρευστότητα στις Ευρωπαϊκές τράπεζες με αρνητικό επιτόκιο, το οποίο μπορεί να είναι έως και -0,75%!!!
Δεν έχει προσφέρει ποτέ μέχρι σήμερα η ΕΚΤ τέτοιο χαμηλό επιτόκιο και σίγουρα υπό προϋποθέσεις λύνει και τα χέρια της κυβέρνησης, στο κόστος που θα έπρεπε η ίδια να καλύψει για να μετατρέψει το «κάτι σαν τραπεζικό σύστημα» που έχει εδώ και 10 χρόνια η χώρα, σε κάτι που θα μοιάζει κάπως με τα ευρωπαϊκά τραπεζικά στάνταρντ.
Κλείνοντας, η απάντηση στο ερώτημα αν η Ελλάδα μπορεί να αντέξει ταμειακά, σε περίπτωση που επιβεβαιωθούν τα άσχημα σενάρια στα έσοδα, τουλάχιστον για το 2020 είναι ότι όταν μπορείς να έχει 41 δις ευρώ με διάφορα χρηματοδοτικά εργαλεία της ΕΕ και έχεις προϋπολογίσει έσοδα περίπου 53 δις ευρώ, είναι δεδομένο ότι δύσκολα θα αποτύχεις να βρεις τα 12 ή 14 δις ευρώ με τον τρόπο που τα έβρισκες και πριν το 2020, δηλαδή από φόρους! Ακόμη κι αν λέγεσαι Υπουργείο Οικονομικών της Ελλάδος! Το τι θα συμβεί του χρόνου, είναι μια άλλη ιστορία. Σήμερα μιλήσαμε για το 2020 και σίγουρα είμαστε σε πολύ καλύτερη θέση από ό,τι είμασταν το 2010.
* Ο κ. Στέλιος Ορφανάκης έχει εργαστεί μεταξύ άλλων θέσεων ως Επενδυτικός Σύμβουλος στην Ιδιωτική Τραπεζική (Alpha Private Bank – Όμιλος ALPHA BANK) ενώ τώρα εργάζεται ως Καθηγητής (M.Sc) Φυσικών και Θετικών Επιστημών στη Δημόσια Εκπαίδευση. Είναι πτυχιούχος φυσικός με μεταπτυχιακές σπουδές, έχει εξειδικευθεί στην Τραπεζική Διοίκηση και σε Παράγωγα Προϊόντα.