Και ξαφνικά με ένα παιχνίδι του καιρού όλα άλλαξαν. Κρύφτηκε ο ήλιος και άρχισε η βροχή. Γέμισε η πόλη ομπρέλες. Πολύχρωμες και διαφόρων μεγεθών. Πλημμύρισε η Λάρισα από δαύτες και αυτό αποτέλεσε μια καλή ευκαιρία να μάθουμε πως γεννήθηκε η πρώτη ομπρέλα.
Από τους Φαραώ στους… Λαρισαίους.
Φωτορεπορτάζ Λεωνίδας Τζέκας
Με την πάροδο των αιώνων ο ανθρώπινος πολιτισμός πέρασε από πολλές εποχές και μέσω εφευρέσεων και τεχνολογικών επιτευγμάτων κατάφερε να βελτιώσει τις συνθήκες ζωής του και να αλλάξει το περιβάλλον γύρω του.
Ένα από τα εργαλεία εκείνα που επέτρεψαν στους ανθρώπους να ζήσουν πιο άνετα ήταν η ομπρέλα, η οποία εξελίχθηκε με την πάροδο των δεκαετιών από αποκλειστικό αξεσουάρ των πλουσίων και των βασιλέων, σε ένα από τα πιο κοινά αντικείμενα στον μοντέρνο κόσμο.
Οι ομπρέλες αποτέλεσαν ένα ιδιαίτερα αποτελεσματικό μέσο προστασίας από τον ήλιο και τη βροχή, με αποτέλεσμα να εξελιχθούν στο χρόνο με αναρίθμητες αναβαθμίσεις. Είτε πρόκειται για ατομικές, υφασμάτινες ομπρέλες, είτε για ψάθινες ομπρέλες ή για ομπρέλες πισίνας ή παραλίας, η προέλευση είναι κοινή.
Η πρώτη ιστορικά καταγεγραμμένη χρήση της ομπρέλας ως προστατευτικού μέσου από τον ήλιο προέρχεται από την Αίγυπτο, πριν από 3500 χρόνια. Αρχικά οι ομπρέλες αυτές ήταν κατασκευασμένες από φύλλα φοίνικα, συνδεδεμένα σε ένα ξύλο.
Αρχαίες αιγυπτικές τοιχογραφίες αποκαλύπτουν την ευρεία χρήση της ομπρέλας από ευγενείς και Φαραώ. Λόγω του κλίματος της Αιγύπτου και των άλλων πολιτισμών της Μεσοποταμίας που χρησιμοποίησαν πρώτοι την ομπρέλα, η χρήση ήταν καθαρά για προστασία από τον ήλιο και όχι από τη βροχή.
Οι Κινέζοι, τον 11ο π.Χ. αιώνα, χρησιμοποίησαν για πρώτη φορά μεταξωτές ομπρέλες προκειμένου να προστατευτούν από τη βροχή.
Η χρήση της ομπρέλας επεκτάθηκε από τον Κινέζο αυτοκράτορα στους αυτοκράτορες του Σιάμ και της Βιρμανίας, οι οποίοι χρησιμοποιούσαν έως και 24 ψάθινες ομπρέλες ή ομπρέλες κατασκευασμένες από άλλα υλικά για να επιδείξουν τη δύναμή και να εντυπωσιάσουν.
Οι ομπρέλες έφτασαν έως την αρχαία Ελλάδα και τη Ρώμη, αλλά αυτή τη φορά χρησιμοποιήθηκαν ως γυναικεία αξεσουάρ πολυτελείας. Μάλιστα οι άνδρες ντρέπονταν να χρησιμοποιήσουν τις ομπρέλες, με αποτέλεσμα οι Ρωμαίοι να τις χρησιμοποιήσουν δημοσίως μόνο στην περίπτωση που συνοδεύονταν από μια γυναίκα. Μετά την πτώση της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας η χρήση της ομπρέλας εξαφανίστηκε για αρκετούς αιώνες. Ξαναέγινε ωστόσο δημοφιλής κατά την Αναγέννηση και πάλι στους κύκλους βασιλέων και ευγενών. Η χρήση της ομπρέλας έπαψε να αποτελεί ταμπού για τους άνδρες τη δεκαετία του 1790 στην Αγγλία και στη συνέχεια διαδόθηκε ευρέως στη μέσαία τάξη. Ιδιαίτερα τον 20ο αιώνα οι ομπρέλες περάσαν από εκατοντάδες αναβαθμίσεις, οι οποίες συνεχίζονται έως και σήμερα.