Παίζοντας μπάλα ως τα γεράματα

Όταν φτάνεις στα 80 σου, αν φτάσεις δηλαδή, αρχίζεις να σκέφτεσαι λίγο διαφορετικά τη ζωή. Να μετράς αντίστροφα μέχρι το τέλος, να σκέφτεσαι πού θα στείλεις τα εγγόνια σου να σπουδάσουν ή πώς θα τα καλοπαντρέψεις ή γιατί δεν έκανες παιδιά τελικά. Σίγουρα όχι πάντως την μπάλα. Εκτός αν ήσουν ο Τέρσιο Μαριάνο ντε Ρεζέντε, ένας κτηνοτρόφος στην Γκοϊαντίρα κάπου στα νοτιοανατολικά της Βραζιλίας. Ο Τέρσιο γεννήθηκε στις 31 Δεκεμβρίου του 1921 και έπαιζε ποδόσφαιρο από τα 10 του, όταν κατάφερε ο ίδιος να φτιάχνει μπάλες από διάφορα φυτά και παράγωγα των αγελάδων που είχε ο πατέρας του.

Παρ’ ότι πρώτη ασχολία του ήταν πάντα η κτηνοτροφία, έβρισκε πάντα χρόνο για το ποδόσφαιρο. Έπαιζε σαν δεξί μπακ σε διάφορες ομάδες της περιοχής, αλλά ακόμα και έτσι δεν χόρταινε μπάλα. Μη φανταστείτε ότι έβγαζε χρήματα από το ποδόσφαιρο στα τοπικά φυσικά. Τα χρήματα για να συντηρήσει την οικογένειά του έρχονταν από τη φάρμα του. Τη φάρμα στην οποία τις Κυριακές είχαμε γιορτή. Ο Τέρσιο έφτιαχνε ένα αυτοσχέδιο γήπεδο ποδοσφαίρου, καλούσε τους γείτονες και όλοι έπαιζαν μπάλα. Τα χρόνια περνούσαν, αλλά ο Τέρσιο συνέχιζε να παίζει ποδόσφαιρο. Έγινε πλέον “ο παππούς”, η ατραξιόν της μικρής κωμόπολης Γκοϊαντίρα και στο δρόμο τον σταματούσαν όλοι για να τον χαιρετίσουν, να βγουν φωτογραφία μαζί του, να του μιλήσουν για μπάλα. Όταν συνέχισε να είναι ποδοσφαιριστής σε διάφορες ομάδες μέχρι τα βαθιά γεράματα, κάποιος έριξε την ιδέα για το βιβλίο Γκίνες.


Πόζα με το βιβλίο Γκίνες

Ο Τέρσιο και οι συγγενείς τους για 1,5 χρόνο περίπου μάζευαν όλα τα απαραίτητα χαρτιά και γραφειοκρατικά (βίντεο, επίσημα έγγραφα, μαρτυρίες κτλ) για να μπορέσει το αίτημά τους να αναγνωριστεί. Και έτσι έγινε. Στα 85 του τα κατάφερε. Όταν μπήκε στο βιβλίο των Ρεκόρ Γκίνες το 2007 ως ο γηραιότερος ποδοσφαιριστής ποτέ τα πανηγύρια ήταν λες και κατέκτησε τίτλο. Όσο μεγάλωνε άρχισε να αντιμετωπίζει και προβλήματα υγείας, από χτυπήματα και δισκοκήλες, μέχρι πολύ πιο σοβαρά. Ο Τέρσιο δεν μπορούσε να αφήσει την μπάλα όμως. Όταν έφτασε τα 80, τα παιδιά του προσπαθούσαν να τον πείσουν να σταματήσει τις αθλοπαιδιές.  Τα τρία από τα τέσσερα παιδιά του ήταν κάθετα σε αυτό. Ο Τέρσιο πήγε να μείνει με το τέταρτο, τον Ένιο Μαριάνο που συμφωνούσε μαζί του: «Δεν υπάρχει κίνδυνος, παίζει με δεμένο ώμο, χέρι και στήθος. Είναι σαν μούμια από τους επιδέσμους». Παρά την ταλαιπωρία αυτή, ο Τέρσιο δεν ήθελε να σταματήσει. «Έχω κάνει δύο επεμβάσεις, αλλά δεν φοβάμαι. Προσπαθώ να βοηθάω στην κατοχή της μπάλας. Μου αρέσει πάντα να σεντράρω, δεν θέλω να βάζω γκολ, προτιμώ να τα ετοιμάζω για άλλους και δεν μου αρέσει να βγαίνω αλλαγή».

Το πιο σοβαρό χτύπημα ήταν όταν έσπασε το 2ο αυχενικό του σπόνδυλο. Όχι από την μπάλα όμως, από ένα πέσιμο στο μπάνιο. Υπήρχε κίνδυνος ακόμα και να μην ξαναπερπατήσει. Τελικά τα κατάφερε και ξαναπάτησε χορτάρι σχεδόν ένα χρόνο μετά. ‘Εδινε όσα μπορούσε πάντα. Κι ίσως η μεγαλύτερη ευτυχία του ήταν όταν έπαιζε μαζί με τον Αντρέ Λουίζ το μοναδικό από τα εγγόνια του που ασχολήθηκε με το ποδόσφαιρο επαγγελματικά (και γιο του Ένιο Μαριάνο). «Θυμάμαι όταν του είχε βγει ο ώμος και αυτός συνέχιζε να έρχεται να παίζει. Πήγαινα πιο νωρίς στο γήπεδο για να τον πετύχω και να του δέσω το χέρι, ήταν μια ιεροτελεστία», διηγείται ο εγγονός.

Στα 80κατι του περπατούσε 10 χιλιόμετρα το πρωί για να πάει στη φάρμα του

Τελευταία φορά πάτησε γήπεδο το 2015 στα 93 του, οκτώ μήνες αργότερα μετά από μία δύσκολη περίοδο εξαιτίας προβλημάτων υγείας πέθανε σε ένα νοσοκομείο. Η κηδεία του δεν ήταν μια απλή κηδεία. Το φέρετρο μπήκε πάνω σε ένα πυροσβεστικό όχημα της πόλης και γύρισε τους δρόμους της, με πολύ κόσμο να τον αποχαιρετά. Ένας άνθρωπος που έκανε το χόμπι του, την αγάπη του, δεν έβγαλε χρήματα από αυτό, αλλά αγαπήθηκε τόσο, όσο αγάπησε κι ο ίδιος το ποδόσφαιρο.

Δείτε και αυτά