Την 9η χειρότερη επίδοση στον συντελεστή ανάκτησης επενδύσεων έχει η Ελλάδα από τις 37 χώρες του ΟΟΣΑ

Την 9η χειρότερη επίδοση στον συντελεστή ανάκτησης επενδύσεων ανάμεσα στις 37 χώρες του ΟΟΣΑ είχε η Ελλάδα το 2020 σύμφωνα με τη συγκριτική έκθεση που δημοσίευσε το Tax Foundation και παρουσιάζει στη χώρα μας το ΚΕΦίΜ.

Σχετικά με τον συντελεστή ανάκτησης επενδύσεων:

Η ανάκτηση μιας επένδυσης είναι το μέρος των κεφαλαιακών δαπανών που μπορεί να εκπέσει από τα έσοδα μιας επιχείρησης σύμφωνα με τον φορολογικό κώδικα.
Το ύψος των συντελεστών ανάκτησης καθορίζεται από τον χρόνο και τη μέθοδο απόσβεσης.
Για τον υπολογισμό του συντελεστή ανάκτησης επενδύσεων υπολογίζεται αρχικά η καθαρή παρούσα αξία ανάκτησης επενδύσεων κτιριακών εγκαταστάσεων, εξοπλισμού και άυλων κεφαλαιουχικών αγαθών και στη συνέχεια ο σταθμισμένος μέσος όρος των συντελεστών αυτών.
Στις χώρες-μέλη του ΟΟΣΑ ο συντελεστής ανάκτησης κυμαίνεται μεταξύ 49,6% και 100%.  Όσο πιο υψηλός είναι ο συντελεστής, τόσο περισσότερο ενθαρρύνεται το επιχειρηματικό περιβάλλον και ενισχύονται οι επενδύσεις, η απασχόληση και η παραγωγικότητα.
Τα κύρια ευρήματα της έκθεσης για την Ελλάδα

Ο συντελεστής ανάκτησης επενδύσεων στην Ελλάδα το 2020 διαμορφώθηκε στο 63,1%, 6,8 ποσοστιαίες μονάδες χαμηλότερα από τον μέσο όρο του ΟΟΣΑ.
Σε σχέση με το 2019, η Ελλάδα υποχώρησε το 2020 κατά τέσσερις θέσεις στην 29η θέση της κατάταξης ανάμεσα στις 37 χώρες του ΟΟΣΑ. Η υποχώρηση δεν οφείλεται στη μεταβολή του συντελεστή ανάκτησης της Ελλάδας που παρέμεινε σταθερός, αλλά στη βελτίωση των αντίστοιχων επιδόσεων της Αυστρίας, της Νορβηγίας, της Γερμανίας και της Χιλής.
Η χειρότερη επιμέρους επίδοση για την Ελλάδα καταγράφεται στον συντελεστή ανάκτησης επενδύσεων εξοπλισμού, όπου η χώρα μας καταλαμβάνει την 32η θέση ανάμεσα στις 37 χώρες του ΟΟΣΑ.
Η καλύτερη επιμέρους επίδοση για την Ελλάδα καταγράφεται στον συντελεστή ανάκτησης επενδύσεων κτιριακών εγκαταστάσεων, όπου η χώρα μας βρίσκεται στην 16η θέση ανάμεσα στις 37 χώρες του ΟΟΣΑ.

Κύρια ευρήματα για τις χώρες του ΟΟΣΑ

Ο μέσος συντελεστής ανάκτησης επενδύσεων κεφαλαίου στις χώρες του ΟΟΣΑ μειώθηκε από το 2000 μέχρι το 2017 και στη συνέχεια αυξήθηκε ελαφρώς από το 2018 μέχρι το 2020.
Πολλές χώρες του ΟΟΣΑ επιτάχυναν την απόσβεση των επενδύσεων για διάφορους τύπους κεφαλαιουχικών αγαθών, με σκοπό την τόνωση της οικονομίας μετά την πανδημία του κορονοϊού.
Πολλές μικρές χώρες του ΟΟΣΑ προσφέρουν υψηλούς συντελεστές ανάκτησης επενδύσεων και χαμηλή εταιρική φορολόγηση, ώστε να γίνουν πιο ελκυστικές σε επενδύσεις.
Σχολιάζοντας τα αποτελέσματα της έκθεσης, η Μιράντα Ξαφά, Διευθύνoυσα Σύμβουλος της E.F. Consulting, Ερευνήτρια CIGI και μέλος του Επιστημονικού Συμβουλίου του ΚΕΦίΜ, δήλωσε:

“Η κρίση χρέους την περασμένη δεκαετία μάς κληροδότησε ένα μεγάλο επενδυτικό κενό, καθώς οι επενδύσεις υπολείπονταν των αποσβέσεων σε όλη την περίοδο των μνημονίων. Χρειάζονται επενδύσεις δεκάδων δισεκατομμυρίων απλώς για να αποκαταστήσουμε τον κεφαλαιουχικό εξοπλισμό της χώρας στα επίπεδα προ κρίσης. Προϋπόθεση για την ανάκαμψη είναι η μείωση του κόστους παραγωγής, κυρίως μέσω επιταχυνόμενων φορολογικών αποσβέσεων για επενδύσεις που αφορούν νέο εξοπλισμό, ψηφιακή αναβάθμιση, καινοτομία και εξωστρέφεια σε όλους τους κλάδους της οικονομίας. Η ευνοϊκότερη φορολογική μεταχείριση αποσβέσεων για επενδύσεις αποτελεί απαραίτητο συμπλήρωμα της προτεραιότητας που δίνει η κυβέρνηση στην δραστική μείωση του φορολογικού και ασφαλιστικού βάρους στην επίσημη εργασία”.

Ο Εκτελεστικός Διευθυντής του ΚΕΦίΜ Νίκος Ρώμπαπας δήλωσε σχετικά:

“Οι στοχευμένες μεταρρυθμίσεις που έχει δρομολογήσει η κυβέρνηση με τη δραστική αύξηση των αποσβέσεων σε τομείς όπως η επιστημονική και τεχνολογική έρευνα, καθώς και η πράσινη οικονομία, η ενέργεια και η ψηφιοποίηση έχουν ήδη προσελκύσει σημαντικές μεγάλες επενδύσεις όπως το ερευνητικό κέντρο της Pfizer και τo data center της Microsoft. Μια συνολική μεταρρύθμιση που θα βελτιώσει τον συντελεστή ανάκτησης επενδύσεων θα φέρει αντίστοιχα αποτελέσματα στο σύνολο της οικονομίας, συμβάλλοντας στην ανάπτυξη της χώρας και τη μείωση της ανεργίας”.

Διαβάστε αναλυτικά τη μελέτη του Tax Foundation στο : www.kefim.org

Δείτε και αυτά