Κάποιες σκέψεις και συμβουλές της Αρχοντίας Καθάριου (Νηπιαγωγός – Msc Ειδική Αγωγή) για γονείς σχετικά με την μετάβαση του παιδιού από το Νηπιαγωγείο στο Δημοτικό σχολείο.
Πολλοί γονείς λίγο πριν την εγγραφή του παιδιού τους και την είσοδο του στο δημοτικό σχολείο έχουν ήδη προβληματισμούς ή θα βρεθούν αντιμέτωποι με κάποιες σκέψεις που αφορούν το πρώτο διάστημα της μετάβασης του παιδιού, ανησυχίες οι οποίες προκύπτουν είτε από μαρτυρίες άλλων γονέων με προηγούμενες δύσκολες εμπειρίες είτε από την αναπαράσταση που έχουν οι ίδιοι, σε σχέση με όσα ακούνε να συμβαίνουν από τον περίγυρο τους.
Η πρώτη δημοτικού είναι μια δύσκολη μεταβατική πορεία του παιδιού από ένα στάδιο ζωής σε ένα επόμενο, το οποίο προϋποθέτει πρώτα-πρώτα αλλαγές στην συμπεριφορά του. Από εκεί που έπαιζε και μάθαινε κινούμενο σε ομάδες ή στο πάτωμα στο νηπιαγωγείο, τώρα θα πρέπει να δουλεύει καθημερινά ατομικά, καθισμένο σε μία καρέκλα και για πέντε τουλάχιστον ώρες. Αυτή η προσαρμογή του σώματος, ο αυτοπεριορισμός απαιτεί χρόνο και κόπο από τα παιδιά.
Επιπλέον τα πολλαπλά νέα ερεθίσματα διεγείρουν τον εγκέφαλο και κουράζουν ή διασπούν τα μικρά παιδιά σε διάφορες στιγμές της ημέρας με αποτέλεσμα να φαίνεται ότι δεν είναι συγκεντρωμένα ή υπερβολικά κινητικά. Το διάλειμμα επίσης μικραίνει, το μάθημα πλειοδοτεί της κίνησης και της αλληλεπίδρασης με άλλα παιδιά, ζωτική ανάγκη του παιδιού.
Οι δάσκαλοι συχνά διαμαρτύρονται στους γονείς για συμπεριφορές ανώριμες (όπως «σηκώνεται συνέχεια, μιλάει, δεν ακούει, πάει τουαλέτα κάθε τρεις και λίγο»), επειδή θέλουν να επιτύχουν την ευταξία όσο πιο γρήγορα γίνεται με σκοπό να προχωρήσουν στις διδακτικές υποχρεώσεις της κάλυψης της ύλης. Κάθε παιδί όμως έχει τα δικά του χαρακτηριστικά και θα έπρεπε να υπάρχει αναμενόμενη διακύμανση στο ρυθμό προσαρμογής. Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να χρεώσουμε (σε αυτό το στάδιο) στο παιδί την ευθύνη για τέτοιου είδους δυσκολίες. Υπάρχουν παιδαγωγικοί τρόποι τόσο για εκτόνωση των παιδιών όσο και για διδακτικές προσαρμογές και είναι ευθύνη του εκπαιδευτικού του τμήματος ή και ολόκληρου του σχολείου.
Οι μαθησιακές υποχρεώσεις αυξάνονται, όπως και το πλήθος των γνωστικών απαιτήσεων. Η γραφή και η ανάγνωση, οι δύο αυτές συμπληρωματικές λειτουργίες του λόγου, διδάσκονται στην πρώτη δημοτικού εντατικά και με γρήγορους ρυθμούς έτσι ώστε να προχωρήσει η διδασκαλία της γλώσσας και των άλλων μαθημάτων.
Πολλοί γονείς προβληματίζονται που το παιδί τους θα πάει στην πρώτη δημοτικού και δε ξέρει να διαβάζει ή να γράφει! Μα φυσικά δε γίνεται να έχει εκπαιδευτεί από το νηπιαγωγείο σε αυτή τη συνθήκη της λειτουργίας του δημοτικού σχολείου, γιατί είναι άλλες οι παιδαγωγικές και αναπτυξιακές αρχές του Αναλυτικού Προγράμματος του Νηπιαγωγείου με βάση πάντα τα χαρακτηριστικά της προσχολικής ηλικίας. Διαφορετικά μιλάμε για επικίνδυνες παραβιάσεις στη ζωή του παιδιού. Ακόμη όμως κι αν το παιδί που μόλις ξεκινά στην πρώτη τάξη, γνωρίζει την αλφαβητική αρχή δεν είναι απαραίτητο ότι μπορεί και να διαβάσει. Ο μηχανισμός της ανάγνωσης έχει το δικό του σημείο εκκίνησης σε κάθε παιδί. Η ανάγνωση είναι μια ανώτερη και απαιτητική διανοητική διαδικασία, αφού ο εγκέφαλος εκτελεί ταυτόχρονα σύνθετες διεργασίες (διαβάζω, ανακαλώ για λέξεις που διαβάζω έννοιες, βγάζω το νόημα στο τέλος, κλπ). Η εξοικείωση σε συνδυασμό με αποτελεσματικές διδακτικές τακτικές είναι κρίσιμα στοιχεία αυτής της περιόδου εκπαίδευσης των παιδιών.
Επίσης η συστηματική γραφή μέσα σε μικρά διαστήματα είναι μια σύνθετη κινητική, οπτικοαντιληπτική λειτουργία και συνδέεται στενά με την νευρολογική ωρίμανση του παιδιού. Δεν βρίσκονται όλα τα παιδιά στο ίδιο σημείο το Σεπτέμβριο και αυτό είναι απόλυτα ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΚΟ.
Ο στόχος δεν θα έπρεπε να είναι μόνο είναι μόνο η γραφή και ανάγνωση αλλά η καλλιέργεια και η ανάπτυξη της κατανόησης και του συλλογισμού μέσα από αυτά αυτές τις δύο δεξιότητες. Το ζητούμενο λοιπόν δεν είναι να διαβάσουν αλλά να εκπαιδευτούν να κατανοούν πληροφορίες και δεδομένα και να σκέφτονται πάνω σε αυτό που διαβάζουν! Το ίδιο ισχύει και για τα μαθηματικά όπου κι εκεί ως διδακτική νοοτροπία απουσιάζει η ανάπτυξη των στρατηγικών και η επίλυση προβλήματος.
Τα πρωτάκια έχουν να αντιμετωπίσουν δυσκολίες στο νέο πλαίσιο μέσα από τις σχέσεις τους με άλλα παιδιά. Μέσα σε μια νέα κοινωνική συνθήκη μέσα σε ένα διαφορετικό πλαίσιο, καλούνται να χτίσουν τη δική τους καθημερινότητα, να λύσουν προβλήματα, να επιχειρηματολογήσουν, να πείσουν τα άλλα άγνωστα παιδιά για τις ικανότητες τους ώστε να κερδίσουν την αποδοχή και φιλία τους. Ένας αληθινός στίβος όπου τα παιδιά καλούνται να δώσουν μάχες μόνα τους δυστυχώς αφού αυτή είναι η επικρατούσα αντίληψη για το διάλειμμα: η θέση και ο ρόλος του εκπαιδευτικού περιορίζονται μέσα στην αίθουσα.
Καταλαβαίνετε λοιπόν πόσοι πολλοί παράγοντες επιδρούν σε αυτή τη διαδικασία μετάβασης από τη μία βαθμίδα στην άλλη.
Οι προσδοκίες δασκάλων, σχολείων και οικογενειών συχνά είναι αντικειμενικά πέρα από τις δυνατότητες του μέσου όρου της ηλικίας αυτής. Πρέπει να καταλάβουμε ότι το ζήτημα της προσαρμογής των παιδιών στη νέα βαθμίδα συνδέεται στενά και άμεσα με τον επαγγελματισμό και την τεχνογνωσία του εκπαιδευτικού και όχι με τις οικογένειες. Για το πώς «στέκεται» ένα παιδί μέσα στην τάξη ευθύνη έχει ο εκπαιδευτικός. Είναι στις ηθικές υποχρεώσεις των εκπαιδευτικών να ασχοληθούν με την παιδαγωγική ερμηνεία και διαχείριση αυτών των φυσιολογικών δυσκολιών, οι οποίες δεν είναι ίδιες για όλα τα παιδιά. Το «πρωτάκι» χρειάζεται το χρόνο του για να εκπαιδευτεί στη νέα διαδικασία, με σταθερές επαναλήψεις, κλίμα συναισθηματικής ασφάλειας αλλά ταυτόχρονα καλλιέργεια υπεύθυνης μαθησιακής συμπεριφοράς! Ο δάσκαλος είναι πολύ σημαντική μεταβλητή για την ποιότητα της εκπαίδευσης που θα λάβει το παιδί και αυτό το γνωρίζουμε όλοι.
Σε περίπτωση λοιπόν που ακούσετε ότι το παιδί σας δυσκολεύεται να προσαρμοστεί (και αν δεν υπάρχουν διαπιστωμένες άλλες δυσκολίες από το νηπιαγωγείο) να έχετε στο νου σας τα παρακάτω:
να ζητήσετε παραδείγματα από τη δασκάλα/ο και επεξηγήσεις για το τι ακριβώς εννοεί σχετικά με αυτό και όχι γενικόλογα
να ζητήσετε να μάθετε πως σκέφτεται ο ίδιος/α να διαχειριστεί την κατάσταση με το παιδί σας
να πάρετε πληροφορίες για τις σχέσεις του και τη συμμετοχή-συμπεριφορά του στις παρέες στο διάλειμμα
να ρωτήσετε το παιδί πού νομίζει ότι δυσκολεύεται
να δώσετε χρόνο στο παιδί για δυσκολίες για μη αποδεκτές συμπεριφορές (αν υπάρχουν) τις οποία μπορείτε να ονοματίσετε συζητώντας μαζί του. Τα παιδιά δικαιούνται να ξέρουν αν υπάρχει διαπιστωμένο πρόβλημα και μπορούν να μας δείξουν και πιθανούς τρόπους επίλυσης. Έτσι αναλαμβάνουν την ευθύνη που τους αναλογεί, της συμπεριφοράς δηλαδή και όχι για την ίδια τη δυσκολία.
να δώσετε διεξόδους φυσικής εκτόνωσης και κοινωνικού παιχνιδιού στο παιδί εκτός σχολείου
να το στηρίξετε συναισθηματικά το παιδί σε αυτή του την προσπάθεια δημιουργώντας στο σπίτι ένα κλίμα εμπιστοσύνης και αποδοχής. Παρατηρείται συχνά και από εκπαιδευτικούς να υπάρχουν αντιφάσεις: θέλουμε τα παιδιά να συμμετέχουν, αλλά αν είναι πολύ ενεργητικά και δυναμικά… τότε αυτό συνιστά πρόβλημα!, Λένε ότι κάθε παιδί είναι διαφορετικό σε επίπεδο προσαρμογής, όμως με τη στάση τους δεν υποστηρίζουν παιδαγωγικά αυτή την άποψη.
Σαφώς από την άλλη υπάρχουν πολλοί εκπαιδευτικοί που δίνουν χώρο και χρόνο στα παιδιά, που δεν εφησυχάζουν στις δυσκολίες τους αλλά ούτε υπερβάλλουν στην εκτίμηση τους γι’ αυτές, στηρίζουν και στέκονται υπεύθυνα και σοβαρά απέναντι στο άγχος και στις προσδοκίες των γονιών, ενημερώνουν με παιδαγωγική τεκμηρίωση και όχι με γενικόλογες παρατηρήσεις.
Γονείς, δεν μπορείτε να αλλάξετε νοοτροπίες μπορείτε και έχετε υποχρέωση να σεβαστείτε το παιδί σε αυτή τη φάση της ζωής του. Αντισταθείτε στη γενίκευση του «καλού και του κακού», ενισχύστε τον υπεύθυνο «εαυτό» του παιδιού σας μέσα από τη στάση σας και απέναντι στο φαινόμενο της εξομοίωσης και της επικίνδυνης προσπέρασης των φυσικών αναγκών του, στηρίξτε το παιδί σας, αλλά με σταθερή τακτική η οποία να συνδέει τη δράση με την ευθύνη. Και τέλος όσον αφορά το ζήτημα της πειθαρχίας και της συμμόρφωσης να έχετε υπόψη σας το εξής: υπάρχει διαφορά ανάμεσα στο «πειθαρχώ γιατί καταλαβαίνω/ πείθομαι από την πραγματικότητα» και στο «υπακούω δίχως να είμαι ικανός να αναγνωρίσω το λόγο που καλούμαι να το πράξω».
Και είναι ευθύνη του σύγχρονου Σχολείου να τα εκπαιδεύσει σε αυτό.