«Υπό τις σημερινές συνθήκες, οι προκλήσεις για την επιστήμη της φυτοπροστασίας είναι πολλές και έχουν σαφείς φιλοπεριβαλλοντικές κατευθύνσεις. Με συνοδοιπόρο την τεχνολογική πρόοδο και τις εξελίξεις στις βιοεπιστήμες, μπορούμε να είμαστε αισιόδοξοι ότι η πρωτογενής παραγωγή έχει έναν ισχυρό σύμμαχο που θα την βοηθήσει να μετασχηματιστεί γρηγορότερα». Τα παραπάνω τονίζει ο βουλευτής Λαρίσης της Νέας Δημοκρατίας κ. Μάξιμος Χαρακόπουλος σε μήνυμά του στον ΕΛΓΟ Δήμητρα και το Ινστιτούτο Βιομηχανικών και Κτηνοτροφικών φυτών με αφορμή την ημερίδα που διοργανώνουν στη Λάρισα με θέμα «Φυτοπροστασία σε ένα νέο περιβάλλον, προκλήσεις από τις πολιτικές “από το αγρόκτημα στο πιάτο” και “πράσινη συμφωνία”».
Ο Θεσσαλός πολιτικός δεν μπόρεσε να παραβρεθεί στην ημερίδα, καθώς βρίσκεται σε αποστολή της Βουλής στο Παρίσι ως Γενικός Γραμματέας της Διακοινοβουλευτικής Συνέλευσης Ορθοδοξίας, προκειμένου να συναντηθεί με την ηγεσία της Unesco για την προστασία της Αγίας Σοφίας.
Στο μήνυμά του σημειώνει ότι «η φυτοπροστασία αποτελεί έναν κλάδο της γεωπονικής επιστήμης που συμβαδίζει με τις εξελίξεις στην αγροτική παραγωγή. Φροντίζει να δίνει “όπλα” στην πρωτογενή παραγωγή ώστε να παραχθούν προϊόντα σε επαρκείς ποσότητες και με βελτιωμένα στάνταρ ποιότητας. Η εξέλιξή της επέτρεψε να γίνουν κυριολεκτικά άλματα στην παραγωγή τροφίμων.
Ωστόσο, τα επιτεύγματα αυτά δεν ήρθαν χωρίς κόστος. Η επιβάρυνση του περιβάλλοντος, αλλά και του ανθρώπου, από την αλόγιστη ή την κακή χρήση των χημικών φυτοπροστατευτικών προϊόντων αποτελεί πραγματικότητα. Κατά συνέπεια, τα μέτρα για την περιβαλλοντική προστασία είναι επιβεβλημένα και σε παγκόσμιο επίπεδο η Ευρωπαϊκή Ένωση πρωτοστατεί στην υιοθέτηση πολιτικών και την υλοποίηση δράσεων, που προωθούν την παραγωγή τροφίμων με χαμηλότερο περιβαλλοντικό αποτύπωμα.
Μέρος της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας, μιας φιλοπεριβαλλοντικής πολιτικής για μια κλιματικά ουδέτερη Ευρώπη έως το 2050, αποτελεί και η στρατηγική “από το αγρόκτημα στο πιάτο”, η οποία στοχεύει στην δημιουργία ενός βιώσιμου συστήματος τροφίμων και επιφέρει, μέσω της Κοινής Γεωργικής Πολιτικής, επιπρόσθετες δράσεις που προστατεύουν το περιβάλλον και το κλίμα».