Toυ Τάσου Δασόπουλου
Ενίσχυση της ρευστότητας των τραπεζών και της οικονομίας, χαμηλότερα επιτόκια δανεισμού για επιχειρήσεις και νοικοκυριά, αλλά και σταθεροποίηση των αποδόσεων των ελληνικών ομολόγων σε επίπεδα χαμηλότερα από αυτά της γειτονικής Ιταλίας θα φέρει η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας που θα έρθει μάλλον μετά τις εθνικές εκλογές.
Ο Πρωθυπουργός, κατά τη διάρκεια της συνέντευξης που έδωσε τη Δευτέρα για την οικονομία, αναφερόμενος στο θέμα, άφησε να εννοηθεί ότι οι οίκοι αξιολόγησης παρακολουθούν εκτός από την πορεία της οικονομίας και τις πολιτικές εξελίξεις, αφού ενδιαφέρονται για την πολιτική σταθερότητα αλλά και τη σταθερότητα της οικονομικής πολιτικής. Συνεπώς, η Κυβέρνηση αναμένει την κρίσιμη αναβάθμιση του αξιόχρεου της Ελλάδας, μετά τον ορισμό και τις προγραμματικές δηλώσεις της νέας Κυβέρνησης.
Η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας θα έχει πολλαπλό κέρδος, ένα μέρος του οποίου θα φανεί άμεσα και ένα δεύτερο, μεσοπρόθεσμα. Άμεσα η Ελλάδα θα ανακτήσει πλήρως το κύρος της ως εκδότης ομολόγων, 10 χρόνια μετά τη «συντεταγμένη» χρεοκοπία του PSI, όταν η συντριπτική πλειοψηφία των ιδιωτών δανειστών μας δέχθηκε το κούρεμα κατά 75% της αξίας και των κερδών από τα ελληνικά ομόλογα που είχαν αγοράσει για να μη χάσουν το σύνολο της επένδυσης τους από μια κανονική χρεοκοπία της Ελλάδας.
Η ανάκτηση του κύρους και η μείωση του λεγόμενου «ρίσκου της χώρας» θα έχει ως αποτέλεσμα μια μικρή υποχώρηση και στις αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων (από το ΥΠΟΙΚ εκτιμούν από 0,2% έως 0,4%) αφού οι αγορές έχουν μειώσει σημαντικά τις αποδόσεις των ελληνικών τίτλων τα προηγούμενα χρόνια, φέρνοντας τις αποδόσεις τους μια ανάσα από αυτές των αντίστοιχων τίτλων της γειτονικής Ιταλίας. Η προεξόφληση της επενδυτικής βαθμίδας φάνηκε καθαρά τον Ιούνιο του 2021 όταν η Ελλάδα δανείστηκε με 10ετές ομόλογο με επιτόκιο 0,89% Με αυτό το δεδομένο δεν είναι λίγοι αυτοί που εκτιμούν ότι μετά την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας η κατάσταση θα αναστραφεί και η Ελλάδα θα μπορεί να δανείζεται λίγο φθηνότερα από ό,τι η Ιταλία.
Το πραγματικό κέρδος
Εκτός από ένα κέρδος στις αποδόσεις που μπορεί να είναι πρόσκαιρο και να ανατραπεί από μια κακή είδηση, η επενδυτική βαθμίδα φέρνει και άλλα πιο ουσιαστικά κέρδη. Το σημαντικότερο από αυτά είναι ότι θα δώσει περιθώριο για επενδύσεις σε ελληνικούς τίτλους από μακροπρόθεσμους επενδυτές (κυρίως ασφαλιστικά ταμεία και ασφαλιστικές εταιρείες) οι οποίοι αγοράζουν ομόλογα για αποταμίευση. Με άλλα λόγια, θα αγοράζουν τα ομόλογα, θα πληρώνονται το ετήσιο κουπόνι και θα ρευστοποιούν στη λήξη του κάθε ομόλογο, αποφεύγοντας συναλλαγές που δημιουργούν διακυμάνσεις σε αποδόσεις και τιμές. Μέχρι στιγμής, ο μέσος όρος συμμετοχής των ασφαλιστικών ταμείων στις εκδόσεις ελληνικών ομολόγων δεν ξεπερνά το 5%-6%. Τούτο όχι γιατί δεν ενδιαφέρονται για τα ελληνικά ομόλογα, αλλά γιατί οι ελληνικοί κρατικοί τίτλοι δεν μπορούν να τοποθετήσουν πολλά χρήματα σε ομόλογα που δεν έχουν την επενδυτική βαθμίδα. Τα συστήματα ανάλυσης κινδύνου, των διαχειριστών κεφαλαίων για τα ασφαλιστικά ταμεία, επιτρέπουν μόνο μικρά ποσοστά συμμετοχής σε ομόλογα χωρίς επενδυτική βαθμίδα, αφού θεωρούνται «υψηλού ρίσκου». Με την αύξηση του ποσοστού συμμετοχής των ασφαλιστικών ταμείων οι αποδόσεις δεν θα μειωθούν μόνο αλλά θα διατηρούνται σε χαμηλά επίπεδα.
Μια δευτερεύουσα, αλλά καθόλου υποδεέστερη θετική επίδραση, θα είναι ότι η μείωση του «ρίσκου της χώρας», όπως ονομάζεται με άλλο τρόπο ο κίνδυνος χρεοκοπίας, θα βοηθήσει και στην προσέλκυση περισσότερων άμεσων ξένων επενδύσεων αφού ο κίνδυνος να χάσουν το σύνολο της επένδυσης θα είναι σημαντικά χαμηλότερος.
Ρευστότητα στην οικονομία
Περισσότερα μόνιμα κέρδη θα έχει η πραγματική οικονομία. Η αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας του Δημοσίου θα αναβαθμίσει σχεδόν αυτόματα και την πιστοληπτική ικανότητα των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, τα οποία θα μπορούν πλέον να δανείζονται με πιο χαμηλά επιτόκια από τη διατραπεζική αγορά και να δανείζουν με τη σειρά τους φθηνότερα και την πραγματική οικονομία.
Το δεύτερο κέρδος των Τραπεζών θα είναι η ενίσχυση της ρευστότητάς τους. Η επενδυτική βαθμίδα για τα ελληνικά ομόλογα θα αλλάξει συνολικά τη στάση της ΕΚΤ. Ειδικότερα, οι ελληνικές τράπεζες θα μπορούν να δανείζονται από την ΕΚΤ με εγγύηση ομόλογα του Δημοσίου που θα αποτιμώνται στην πραγματική του αξία. Σήμερα, ΕΚΤ, κάνει κατ’ εξαίρεση δεκτά τα ελληνικά ομόλογα ως εγγυήσεις, αλλά με έκπτωση 50% στην αξία τους. Το πόσο σημαντικό είναι αυτό γίνεται φανερό αν σκεφτεί κανείς ότι σήμερα οι τράπεζες εκτιμάται ότι έχουν στα χαρτοφυλάκια του κρατικά ομόλογα ύψους 28,5 δισ. σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδας. Με τα ομόλογα αυτά σήμερα μπορούν να αντλήσουν δάνεια το πολύ 14 δισ. ευρώ ενώ μετά την επενδυτική βαθμίδα το ποσό δανεισμού θα φτάσει τα 28 δισ. ευρώ σε μια συγκυρία μείωσης της ρευστότητας και αύξησης των επιτοκίων.
Η επόμενη φάση
Η ελάχιστη επενδυτική βαθμίδα δεν είναι το τέλος, αλλά η αρχή μιας νέας περιόδου κατά την οποία η οικονομία θα πρέπει να βελτιωθεί ακόμη περισσότερο, ώστε να φτάσει την επενδυτική βαθμίδα Α που είχε η Ελλάδα μέχρι και τις αρχές του 2009 και στη συνέχεια να την ξεπεράσει. Ο δρόμος για να επιστρέψουμε εκεί που βρισκόμαστε πριν από περίπου13 χρόνια είναι μακρύς, αφού θα χρειαστεί η κατάκτηση άλλων τεσσάρων βαθμίδων που θα είναι μια προσπάθεια, το ίδιο αν όχι περισσότερο δύσκολη από την ανάκτηση της ελάχιστης επενδυτικής του ΒΒΒ-. Για να επιτύχει η Ελλάδα τις αναβαθμίσεις αυτές, η οικονομία θα πρέπει να κάνει νέα άλματα σε ό,τι αφορά τη μείωση του χρέους ως ποσοστό του ΑΕΠ από το 159,3% του ΑΕΠ που θα φτάσει στο τέλος του 2023 κοντά στο 100% του ΑΕΠ, τα κόκκινα δάνεια να μειωθούν στα επίπεδα των ευρωπαϊκών (1,5%-2%) και η ανάπτυξη να συνεχίσει να έχει θετικό πρόσημο. Προς το παρόν, όμως, θα πρέπει να γίνει το πρώτο κρίσιμο βήμα. Στην κατεύθυνση αυτή, θα πρέπει να περιμένουμε να μάθουμε αν κινηθεί πρώτος ο οίκος DBRS στις 10 Μαρτίου ή ο οίκος Standard & Poors στις 21 Απριλίου αφού και οι δύο έχουν βαθμολογήσει από πέρσι την Ελλάδα μια κλίμακα κάτω από την επενδυτική βαθμίδα.
- Πηγή: capital.gr