Δήμοι και Ευρωπαική Ένωση : Το 75% των αποφάσεων που λαμβάνονται επηρεάζουν άμεσα ή έμμεσα τους Δημότες.

Του Γρηγόρη Παπαχαραλάμπους

Οι Δήμοι αποτελούν σημαντικό δομικό στοιχείο του Ευρωπαϊκού οικοδομήματος. Στις πρώτες ημέρες της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, η αδελφοποίηση των πόλεων ήταν εκείνη που έφερε το όραμα μιας ειρηνικής Ευρώπης πιο κοντά στους πολίτες, στο πνεύμα της Ευρώπης των πολιτών.Με την Ενιαία Ευρωπαϊκή Πράξη (ΕΕΠ) και την ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς (1993), οι Δήμοι επηρεάζονται όλο και περισσότερο από τη νομοθεσία της ΕΕ και συχνά είναι υπεύθυνοι για την εφαρμογή της·

Σήμερα, εκτιμάται ότι τα δύο τρίτα των αποφάσεων που λαμβάνονται σε επίπεδο ΕΕ επηρεάζουν άμεσα ή έμμεσα τους Δήμους και τους Δημότες. Οι  αποφάσεις αυτές είτε το γνωρίζουμε είτε όχι  επηρεάζουν άμεσα τη κοινωνική ζωή μας, την επαγγελματική  μας  δράση, διαμορφώνουν το πλαίσιο στο οποίο θα ζήσουν οι οικογένειες μας. Σημαντικό λοιπόν οι Δήμοι να γνωρίζουν τι αποφασίζεται και φυσικά ακόμη πιο καθοριστικό  να συμμετέχουν ενεργά -στο πλαίσιο του υπαρκτού θεσμικού  πλαισίου-, στη διαμόρφωση των πολιτικών.

Ακριβώς αυτός ο αυξανόμενος αντίκτυπος των Ευρωπαϊκών αποφάσεων ωθεί όλο και περισσότερους Δήμους να οργανώνουν τις υπηρεσίες τους τοποθετώντας εξειδικευμένους  υπαλλήλους οι οποίοι συλλέγουν, αξιολογούν και διαβιβάζουν τις σχετικές πληροφορίες εντός της διοίκησης και συντονίζουν τις αιτήσεις χρηματοδότησης από την ΕΕ. Ορισμένες μεγάλες πόλεις έχουν δημιουργήσει  και ενσωματώσει  στο οργανόγραμμα  τους  πραγματικά «ευρωπαϊκά γραφεία» με αρκετούς υπαλλήλους, οι οποίοι εκτελούν επίσης ενεργό έργο δημοσίων σχέσεων προς τους πολίτες και προωθούν έτσι ευρύτερα την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Όσον αφορά τη θεσμική δομή της  ΕΕ, οι Δήμοι εκπροσωπούνται κατά βάση από την Επιτροπή των Περιφερειών. Πρόκειται για πολιτική συνέλευση η οποία παρέχει στις τοπικές και περιφερειακές αρχές τη δυνατότητα να εκφράζουν τις απόψεις τους στην καρδιά της Ευρωπαϊκής Ένωσης.  Η Commission  και το Συμβούλιο υποχρεούνται από τις Συνθήκες να ζητούν τη γνωμοδότηση της Επιτροπής των Περιφερειών όποτε διατυπώνονται νέες προτάσεις σε τομείς που ενδέχεται να έχουν συνέπειες στο τοπικό και το περιφερειακό επίπεδο.  Η Συνθήκη του Μάαστριχτ όριζε πέντε τέτοιους τομείς: την οικονομική και κοινωνική συνοχή, τα διευρωπαϊκά δίκτυα υποδομών, την υγεία, την εκπαίδευση και τον πολιτισμό. Η Συνθήκη του Άμστερνταμ ήρθε να προσθέσει πέντε ακόμη τομείς, την πολιτική απασχόλησης, την κοινωνική πολιτική, το περιβάλλον, την επαγγελματική κατάρτιση και τις μεταφορές, οι οποίοι καλύπτουν σήμερα το μεγαλύτερο φάσμα των δραστηριοτήτων της ΕΕ. Εκτός από τους προαναφερθέντες τομείς, η Επιτροπή, το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο διατηρούν το δικαίωμα να ζητούν τη γνωμοδότηση της Επιτροπής των Περιφερειών  για προτάσεις που μπορούν να έχουν σημαντικές επιπτώσεις στο τοπικό και το περιφερειακό επίπεδο. Η ΕΤΠ μπορεί εξάλλου να καταρτίζει γνωμοδοτήσεις και με δική της πρωτοβουλία, προσθέτοντας έτσι, διάφορα θέματα στο πρόγραμμα δράσης της ΕΕ.

Ως ενεργοί Δημότες αλλά και υπεύθυνοι Ευρωπαίοι πολίτες οφείλουμε επίσης να γνωρίζουμε τις 3 βασικές αρχές  που  διέπουν το έργο της Επιτροπής των Περιφερειών. 1. Η επικουρικότητα: Η αρχή αυτή, διασφαλίζει ότι οι αποφάσεις εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα λαμβάνονται όσο το δυνατόν πιο κοντά στον πολίτη. Επομένως, η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν θα πρέπει να αναλαμβάνει δράσεις οι οποίες μπορούν να επιτευχθούν καλύτερα σε εθνικό, περιφερειακό ή τοπικό επίπεδο. 2.  Η εγγύτητα: Κάθε επίπεδο διακυβέρνησης πρέπει να φροντίζει να βρίσκεται στο «πλευρό του πολίτη», κυρίως οργανώνοντας το έργο του με διαφάνεια, έτσι ώστε οι πολίτες να γνωρίζουν ποιος είναι αρμόδιος για κάθε θέμα και με ποιο τρόπο θα μπορούν να εισακούονται οι απόψεις τους.  3.  Η εταιρική σχέση: Για μία ορθή ευρωπαϊκή διακυβέρνηση απαιτείται η συνεργασία του ευρωπαϊκού, τού εθνικού, του περιφερειακού και του τοπικού επιπέδου διακυβέρνησης. Καθεμία από τις τέσσερις αυτές βαθμίδες είναι απαραίτητη και η παρουσία της είναι επιβεβλημένη σε όλο το φάσμα της διαδικασίας λήψης αποφάσεων.

Πέραν της Επιτροπής των Περιφερειών της ΕΕ, σημαντικό ρόλο διαδραματίζουν το Συμβούλιο των Ευρωπαϊκών Δήμων και Περιφερειών (CEMR), με μέλη 60 εθνικές ενώσεις Δήμων και Περιφερειών (μέλος είναι και η ΚΕΔΕ) από 41 χώρες του Συμβουλίου της Ευρώπης και το Κογκρέσο των Τοπικών και Περιφερειακών Αρχών του Συμβουλίου της Ευρώπης (Congress of Local and Regional Authorities of the Council of Europe)  που, ως καθιερωμένα θεσμικά όργανα, δίνουν στους Δήμους μια κοινή φωνή και παρέχουν τη δυνατότητα, ιδίως στους μικρότερους Δήμους να εκπροσωπούν τα συμφέροντά τους σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

Τέλος μέσω θεματικά προσανατολισμένων πανευρωπαϊκών δικτύων, όπως π.χ. οι «Πόλεις για την κινητικότητα», το δίκτυο EUROCITIES οι Δήμοι μπορούν να συζητούν διάφορα θέματα, να ανταλλάσσουν  βέλτιστες πρακτικές, να υλοποιούν  κοινά σχέδια και, ως εκ τούτου, να ανταποκρίνονται στις τρέχουσες προκλήσεις.  Ωστόσο, οι  «δραστήριες» Δημοτικές αρχές –όπως αναφέρθηκε- επιδιώκουν  όλο και περισσότερο την ατομική και άμεση εκπροσώπηση των συμφερόντων του Δήμου τους  στις Βρυξέλλες, με τη δημιουργία του δικού τους τοπικού ευρωπαϊκού γραφείου ώστε να ενημερώνονται για τις εξελίξεις στην Ευρώπη σε πρώιμο στάδιο,  και να ανταποκρίνονται ή και να παρεμβαίνουν  στη χάραξη των πολιτικών.

Έτσι η Λάρισα  στη νέα προσπάθεια  για επαναπροσδιορισμό της ταυτότητας της και στοχεύοντας στην  τοποθέτηση  της στις ισχυρές και δυναμικές πόλεις της ΕΕ,  οφείλει να κινηθεί και να οργανωθεί ανάλογα, δημιουργώντας τις προυποθέσεις  για διεκδικήσεις παντού !  Σε κάθε περίπτωση η ενεργός παρακολούθηση της διαμόρφωσης των κοινοτικών πολιτικών και των κατευθύνσεων των χρηματοδοτικών εργαλείων, ακόμη κ αν δεν αφορά «κατευθείαν» από την ΕΕ χρηματοδοτήσεις του Δήμου, προετοιμάζει τις αρμόδιες υπηρεσίες για έξυπνες και στοχευμένες  διεκδικήσεις τόσο στα Εθνικά όσο και στα διακρατικά προγράμματα.

Δείτε και αυτά