Τα τελευταία χρόνια, παρόλο που υπήρξε στόχος της Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας η εξάλειψη της ιλαράς από τον κόσμο, αυτός δεν μπόρεσε να επιτευχθεί. Εξακολουθεί κατά χρονικά διαστήματα να εμφανίζεται, είτε υπό μορφή σποραδικών κρουσμάτων, είτε υπό μορφή επιδημιών, σε πολλές αναπτυγμένες χώρες, μεταξύ των οποίων και χώρες της Ευρώπης (με τελευταία τη Ρουμανία, όπου σημειώθηκαν και θάνατοι). Επειδή η ιλαρά είναι πολύ μεταδοτική, χρειάζεται να υπάρχει εμβολιαστική κάλυψη του πληθυσμού τουλάχιστον 95%, για να μην εξαπλωθεί.
Σύμφωνα με ανακοίνωση της UNICEF το Δεκέμβριο του 2023 έχουν καταγραφεί 30.601 επιβεβαιωμένες περιπτώσεις ιλαράς στην Ευρώπη και στην κεντρική Ασία μεταξύ 1 Ιανουαρίου 2023 και 5 Δεκεμβρίου 2023 σε σχέση με τις 909 περιπτώσεις που είχαν καταγραφεί κατά τη διάρκεια του έτους 2022, υποδεικνύοντας έτσι μια αύξηση του ποσοστού 3266% σε περιπτώσεις που θα μπορούσαν να εμποδιστούν μέσω των εμβολιασμών για την συγκεκριμένη νόσο. Η αύξηση καταγράφεται ιδιαίτερα δε τους μήνες Οκτώβριο και Νοέμβριο του 2023 με σχεδόν διπλασιασμό των κρουσμάτων.
Η αύξηση αυτή των κρουσμάτων ιλαράς έρχεται να ακολουθήσει την πτώση των εμβολιασμών που καταγράφηκε στη διάρκεια της πανδημίας COVID-19.
Πρέπει να επισημανθεί ότι στα χρόνια του κορονοϊού 67 εκατομμύρια παιδιά έχασαν ή καθυστέρησαν βασικές δόσεις εμβολιασμού. Το γεγονός αυτό πήγε τον παιδιατρικό εμβολιασμό τουλάχιστον 10 χρόνια πίσω σύμφωνα με τον ΟΗΕ και την UNICEF.
Μόνο το 2021 40 εκατομμύρια παιδιά έχασαν τη δόση του εμβολίου της ιλαράς.
Το θέμα με την ιλαρά είναι ότι είναι ιδιαίτερα επικίνδυνη και εξαιρετικά μεταδοτική.
· Επικίνδυνη είναι λόγω των σοβαρών επιπλοκών που μπορεί να εμφανιστούν:
1 στους 5 που νοσούν από ιλαρά θα νοσηλευτεί σε νοσοκομείο σύμφωνα με καταγραφές στις ΗΠΑ. Οι επιπλοκές εμφανίζονται περίπου στο 30% των περιπτώσεων ιλαράς είναι συχνότερες σε παιδιά <5 ετών και ενήλικες >20 ετών, είναι σοβαρές και μερικές από αυτές μπορούν να οδηγήσουν ακόμα και στο θάνατο (πνευμονία, εγκεφαλίτιδα, διάρροια, ωτίτιδα, ηπατίτιδα). Οι ενήλικες νοσούν σπάνια από ιλαρά αλλά σοβαρότερα από τα παιδιά. Η νόσηση κατά την εγκυμοσύνη σχετίζεται με αποβολή του εμβρύου, πρόωρο τοκετό, χαμηλού βάρους γέννησης νεογνό. Θάνατοι από ιλαρά έχουν αναφερθεί σε ανεπτυγμένες χώρες σε 1-3‰ των κρουσμάτων. Η θνητότητα στις αναπτυσσόμενες χώρες αγγίζει το 25% .
· Ιδιαίτερα μεταδοτική είναι γιατί:
9 στους 10 που βρίσκονται γύρω από το άτομο που νοσεί με ιλαρά θα εκδηλώσουν μετά και οι ίδιοι την νόσο, ακόμη και στην περίπτωση που βρεθούν στον ίδιο κλειστό χώρο έστω και 2 ώρες μετά. Η δε μετάδοση μπορεί να γίνει από το άτομο που φέρει τον ιό 4 μέρες πριν την εκδήλωση των συμπτωμάτων μέχρι και 4 ημέρες μετά. Ο ιός μεταδίδεται μέσω των σταγονιδίων από τη μύτη, το στόμα ή το λαιμό των νοσούντων ατόμων και τα αρχικά συμπτώματα θα εκδηλωθούν στον οργανισμό 10-12 ημέρες μετά.
Τα πιο κοινά συμπτώματα της ιλαράς είναι:
1. Υψηλός πυρετός
2. Βήχας
3. Ρινική καταρροή
4. Επιπεφυκίτιδα
5. Εξάνθημα 3 με 5 μέρες μετά την έναρξη της νόσου
Στη χώρα μας το ποσοστό των εμβολιασμένων παιδιών ξεπερνάει το 90%.
Σύμφωνα με το τρέχον Εθνικό Πρόγραμμα Εμβολιασμών Παιδιών και Εφήβων 2023 συνιστώνται 2 δόσεις του εμβολίου. Η 1η δόση συστήνεται περίπου σε ηλικία 15 μηνών και η 2η δόση σε ηλικία 2-4 χρονών, οπότε κα επιτυγχάνεται το μεγαλύτερο ποσοστό αντισωματικής ανταπόκρισης με κάλυψη 98%.
Σε περιόδους έξαρσης ή επιδημίας της νόσου το ανωτέρω εμβολιαστικό σχήμα αλλάζει ως εξής:
1. Η 1η δόση σε ηλικία 12 μηνών και μετά από 3 μήνες η 2η δοση (15ος μήνας). Σε μεγάλη όμως διασπορά του ιού μπορεί να προηγηθεί του ανωτέρω σχήματος μία επιπλέον δόση στον 6ο μήνα, καθόσον τα αντισώματα που λαμβάνει το νεογέννητο από την μητέρα εξαντλούνται μέχρι τον 5ο μήνα και μετά να ακολουθήσουν οι 2 δόσεις (12ος και 15ος μήνας).
2. Παιδιά και έφηβοι που δεν έχουν εμβολιασθεί με 2η δόση ή έχουν χάσει το βιβλιάριο υγείας και δεν θυμούνται αν έχουν κάνει την 2η δόση, συνιστάται να εμβολιαστούν με 1 δόση άμεσα.
3. Βρέφη ηλικίας 6 έως 11 μηνών που πρόκειται να επισκεφτούν χώρες στις οποίες ενδημούν η ιλαρά, η παρωτίτιδα και η ερυθρά συστήνεται να εμβολιαστούν με μια(1) δόση του εμβολίου MMR πριν την αναχώρησή τους.
4.Αναφορικά με τους ενήλικες, τονίζεται ότι σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα εμβολιασμών ενηλίκων, τα άτομα που γεννήθηκαν πριν το 1970 θεωρούνται άνοσα. Όσοι έχουν γεννηθεί μετά το 1970, θα πρέπει να έχουν εμβολιασθεί με δύο (2)δόσεις MMR, με μεσοδιάστημα τουλάχιστον 4 εβδομάδων μεταξύ των δόσεων.
Σε περίπτωση που δεν υπάρχει ιστορικό νόσησης ή το ιστορικό εμβολιασμού είναι άγνωστο, το άτομο θεωρείται μη εμβολιασμένο και συστήνεται η χορήγηση δύο δόσεων εμβολίου με ελάχιστο μεσοδιάστημα 4 εβδομάδων.
Όλες αυτές οι διαπιστώσεις καταδεικνύουν σαφέστατα το γεγονός ότι πρέπει να επιτευχθεί ο στόχος να προφυλάξουμε τις ζωές παιδιών και ενηλίκων πραγματοποιώντας τα εμβόλια που προσφέρουν ασφάλεια στα πλαίσια του σύγχρονου τρόπου διαβίωσης.