Πρός
Τόν Ἱερό Κλῆρο καί τόν
Εὐσεβῆ Λαό τῆς καθ’ ἡμᾶς Ἱερᾶς Μητροπόλεως.
Ἀγαπητοί μου,
Καινούργιος χρόνος ξημέρωσε κι ἐμεῖς πιστοί στήν εὐλάβεια τῶν πατέρων μας, τόν ξεκινᾶμε μέ ἐκκλησιασμό ἀποζητῶντας τήν εὐλογία τοῦ Ἁγίου Θεοῦ, τόν ἄνωθεν φωτισμό καί τή θεία ἐνίσχυση γιά ὅσα πρόκειται νά προσπαθήσουμε καί φέτος. Μήν ξεχνᾶμε πώς ἀπό τούς προπάτορές μας παραλάβαμε τή φράση: «πρῶτα ὁ Θεός», γιατί ἡ πατρῶα εὐσέβεια, ἡ ἐμπειρία ζωῆς αἰώνων, ἀνέδειξε ὅτι πολλές φορές οἱ προσπάθειες τοῦ ἀνθρώπου μπορεῖ νά ἀποβοῦν μάταιες ἄν δέν ἐπευλογήσει ὁ Θεός. Ἡ ἀρχαία παροιμία «εἰς ἀέρα δέρει» αὐτήν ἀκριβῶς τή χαμένη καί ἀναποτελεσματική προσπάθεια ἀναδεικνύει ὅταν ὁ ἄνθρωπος δέν πορεύεται μέ σύνεση, μέ ἀρχές, μέ ἦθος.
Κι ἐμεῖς στήν ἀρχή τῆς νέας χρονιᾶς, ἔχοντας λάβει περισσότερες ἤ λιγότερες ἀποφάσεις, ἔχοντας κάνει φανερές ἤ κρυφές εὐχές, ἔχοντας μύχιες ἤ ἐκφρασμένες προσδοκίες, αἰσιοδοξοῦμε γιά τά καλύτερα. Βοηθᾶ σε αὐτό καί τό γεγονός ὅτι ἡ χρονιά πού πέ-ρασε, ἦταν ἡ πρώτη ἐδῶ καί καιρό χρονιά πού σχετικά δέν εἴχαμε κάποιον μεγάλο πειρασμό, κάποια θλιβερή δοκιμασία, χωρίς αὐτό νά σημαίνει ὅτι ξεχάσαμε τά ὅσα μᾶς σημάδεψαν τά προηγούμενα χρόνια καί μάλιστα, τήν πανδημία, τό δυστύχημα τῶν Τεμπῶν, τίς πλημμύρες! Καί μέ τήν ἐμπειρία ὅλων αὐτῶν πορευόμαστε! Καί στήν προοπτική τοῦ νά διορθώσουμε λάθη, καταστάσεις, νοοτρο-πίες, ὥστε νά μήν ξαναζήσουμε τή θλίψη πού ὅλα αὐτά προξένη-σαν, ἀγωνιζόμαστε νά κάνουμε τόν τόπο μας καλύτερο ἀπό πρίν, πλέον ἀσφαλῆ, τέτοιον πού νά ἀξίζει στά παιδιά μας. Ἀγωνιζόμα-στε κι ἄς μήν ἔχουν ἐκλείψει οἱ ἀντιξοότητες, κι ἄς μᾶς ἔχουν ξε-χάσει κάποιοι, κι ἄς προσπαθοῦμε μόνοι, μέ τήν αἰσιοδοξία ὅτι ὁ Θεός κι οἱ ἄνθρωποι αὐτοῦ τοῦ τόπου θά γυρίσουν τήν κατάστα-ση…
Εἶναι χρήσιμο νά θυμηθοῦμε σήμερα ἕνα περιστατικό πού συνέβη ἀφοῦ ὁ Κύριος ἔκανε τό θαῦμα τοῦ πολλαπλασιασμοῦ τῶν πέντε ἄρτων καί τῶν δύο ἰχθύων. Ἔβαλε τούς μαθητές του σέ πλοῖ-ο γιά νά περάσουν στήν ἀπέναντι ὄχθη τῆς λίμνης, μέχρι νά προ-πέμψει τόν κόσμο. Καί ἐνῶ τό πλοῖο ἔπλεε, τή νύκτα σηκώθηκε ἰσχυρός ἄνεμος καί προκάλεσε μεγάλη φουρτούνα. Μέσα δέ στήν ἀντάρα τῆς φουρτούνας, εἶδαν οἱ μαθητές τόν Χριστό νά πορεύε-ται πρός τό πλοῖο περπατῶντας στή θάλασσα. Καί τότε συμβαίνει τό γνωστό ἐπεισόδιο μέ τόν Πέτρο, ὁ ὁποῖος βλέποντας τόν Χριστό νά περπατᾶ ἐπάνω στή θάλασσα, ἤθελε νά κάνει τό ἴδιο. «ἀποκρι-θεὶς δὲ αὐτῷ ὁ Πέτρος εἶπε· Κύριε, εἰ σὺ εἶ, κέλευσόν με πρός σε ἐλ-θεῖν ἐπὶ τὰ ὕδατα. ὁ δὲ εἶπεν, ἐλθέ. καὶ καταβὰς ἀπὸ τοῦ πλοίου ὁ Πέτρος περιεπάτησεν ἐπὶ τὰ ὕδατα ἐλθεῖν πρὸς τὸν Ἰησοῦν. βλέ-πων δὲ τὸν ἄνεμον ἰσχυρὸν ἐφοβήθη, καὶ ἀρξάμενος καταποντίζε-σθαι ἔκραξε λέγων· Κύριε, σῶσόν με. εὐθέως δὲ ὁ Ἰησοῦς ἐκτείνας τὴν χεῖρα ἐπελάβετο αὐτοῦ καὶ λέγει αὐτῷ· ὀλιγόπιστε! εἰς τί ἐδί-στασας;» (Ματθ. ιδ´, 28-31). Δηλαδή, ὅσο ὁ Πέτρος εἶχε τά μάτια του στόν Χριστό, ὅσο εἶχε τήν ἀκράδαντη Πίστη καί ἕνωση μέ τόν Χριστό, ὅσο ἐξαρτιόταν ἀπό Αὐτόν, μποροῦσε καί περπατοῦσε καί αὐτός πάνω στά κύμματα. Μόλις ἀπέσυρε τό βλέμμα του ἀπό τόν Χριστό καί ἐστίασε στόν κίνδυνο τῆς φουρτούνας, τῶν κυμμάτων, τοῦ ἀέρα, μόλις ὀλιγώρησε, μόλις ἀφαίρεσε τήν ἐμπιστοσύνη του ἀπό τόν Χριστό, ἄρχισε νά καταποντίζεται. Καί ἐπανέρχεται μόνον ἀφοῦ ἐπανεξαρτηθεῖ ὁλόκληρος ἀπό τόν Χριστό, ὁπότε τό χέρι τοῦ Χριστοῦ ἀπλώνεται καί τόν πιάνει σώζοντας καί μαλώνοντάς τον.
Ὅσο πορευόμαστε μέ τό νοῦ μας στίς δυσκολίες τῆς ζωῆς, ὅ-σο μελετᾶμε τίς ἀντιξοότητες, ὅσο τρομάζουμε μέ τά προβλήματα, τόσο περισσότερο καί θά παραλύουμε, θά μελαγχολοῦμε καί θά ἀ-δυνατοῦμε νά φέρουμε ἀποτελέσματα. Μονο μέ τό βλέμμα στραμ-μένο στοῦ Χριστοῦ τή μορφή μποροῦμε καί ἀντλοῦμε θάρρος, δύ-ναμη κι ἐλπίδα γιά νά τά βγάλουμε πέρα μέ ἐπιτυχία. Ὁ Ἅγιος Ἰω-άννης ὁ Χρυσόστομος λέει τό εξῆς σημαντικό: «παλαίστρα ὁ πα-ρὼν βίος ἐστί, γυμνάσιον καὶ ἀγών, χωνευτήριον, βαφεῖον ἀρε τῆς» (Ἰω. Χρυσοστόμου, «πρὸς τοὺς σκανδαλισθέντας», P.G. 52, 522). Δηλαδή ἡ ζωή αὐτή εἶναι μιά παλαίστρα μέσα στήν ὁποία ἀγωνιζό-μαστε καθημερινά, εἶναι ἕνα γυμναστήριο ὅπου δίνουμε τόν ἀγῶνα μας, εἶναι ἕνα καμίνι μέ ὑψηλές θερμοκρασίες πού μπορεῖ καί νά μᾶς κάψει, εἶναι ἕνα βαφεῖο ὅπου ἄν θέλουμε μποροῦμε νά χαρα-κτηριστοῦμε ἀπό τήν ἄριστη ποιότητα τῆς ἀρετῆς. Κι ἀλλοῦ ὁ ἴδιος Ἅγιος λέει: «οὐκ ἔστι παίγνιον ὁ βίος» (Ἰω. Χρυσοστόμου, Εἰς Ματθαῖον ὁμιλία ΚΓ´, P.G. 57, 318), δηλαδή δέν εἶναι παιχνιδάκι ἡ ζωή.
Στήν ἀρχή τοῦ νέου ἔτους ἡ Ἐκκλησία λέει ἀλήθειες. Δέν ἐπι-θυμεῖ νά δημιουργήσει ψευδαισθήσεις. Δέν κινεῖται μέ ἐπιπολαιό-τητα, οὔτε ἀνθρωπαρέσκεια. Μᾶς ξεκαθαρίζει πώς ἡ ζωή εἶναι ἀ-γώνας καί πώς τόν νέο χρόνο ἔτσι πρέπει νά τόν ἀντιμετωπίσουμε, μέ σοβαρότητα, μέ ἐπίγνωση τοῦ δώρου τοῦ χρόνου καί μέ τή μα-χητική ἀποφασιστικότητα αὐτοῦ πού ἐλπίζει στόν Θεό. Ἄς ἐξαρτη-θοῦμε λοιπόν ἀπό Αὐτόν πού ξέρει νά εἶναι Πατέρας, πού νοιάζε-ται τό πλάσμα Του, πού «θέλει πάντας ἀνθρώπους σωθῆναι καὶ εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν» (Α´ Τιμ. β´, 4).
Καλή καί εὐλογημένη χρονιά!
Μέ πατρικές εὐχές.
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
†Ὁ Λαρίσης καί Τυρνάβου Ἱερώνυμος